Η πρώτη αίσθηση που αφήνει η ανάγνωση των στοιχείων είναι θετική για τους παραγωγούς. Όλα τα θεµελιώδη στοιχεία που µπορούν να φέρουν την ισπανική αγορά κοντά στα υψηλά του Ιανουαρίου, τραβώντας πολύ απότοµα προς τα πάνω τις τιµές παραγωγού στην ευρύτερη Μεσόγειο, υπάρχουν, ενώ αυτό που µάλλον δεν θα υπάρχει στα µέσα του καλοκαιριού είναι επαρκείς ποσότητες πρώτης ύλης, τουλάχιστον µέχρι να πάρουν µπροστά τα ελαιοτριβεία απ’ τον Οκτώβριο.
Το ανοδικό ράλι στην Ισπανία παρατηρείται σε όλες τις ποιοτικές κατηγορίες. Το έξτρα παρθένο φλερτάρει πλέον µε τα 8 ευρώ, το παρθένο κινείται στα 7,20 µε 7,30 ευρώ το κιλό, ενώ και το λαµπάντε έσπασε το φράγµα των 7 ευρώ το κιλό. Η Ιταλία διατηρεί ονοµαστικά τα λίγα έξτρα της πάνω από 9 ευρώ. Ακόμη στην Ελλάδα δεν έχει ακουστεί καµία πράξη σε Πελοπόννησο, Κρήτη και µικρότερες ζώνες των νησιών για ποσότητες έξτρα πάνω από 1-2 βυτία και σε τιµές πάνω από 8,25 ευρώ το κιλό.
Να σηµειωθεί πως στην Κρήτη, καταγράφηκαν την περασµένη βδοµάδα µεµονωµένες πράξεις στα 7,80 και στα 8,00 ευρώ µετά από περίπου 20 µέρες που δεν σηµειώθηκαν ικανοποιητικές συµφωνίες. Κάποια ελληνικά αποθέµατα σε παρθένο ελαιόλαδο έχουν επίσης ζήτηση, για τα οποία το εγχώριο εµπόριο πληρώνει από 6,50 έως 7,00 ευρώ το κιλό.
Ιστορικά, όταν οι παραγωγοί απαιτούσαν τιµές που το εµπόριο θεωρούσε υπερβολικές, τότε εκείνο έψαχνε ελαιόλαδο σε κάποια άλλη χώρα.
Αυτό το καλοκαίρι όµως φαίνεται πως τον ρόλο ρυθµιστή δεν µπορεί να παίξει ούτε η Τυνησία, της οποίας τα αποθέµατα φαίνεται να εξαντλούνται γρηγορότερα, ούτε η Τουρκία, η οποία δεν δείχνει πρόθυµη να ρίξει µονοµιάς στην αγορά πάνω από 30.000 τόνους ελαιόλαδο -το οποίο µάλλον είναι και κακής ποιότητας. Η χώρα µας από την άλλη διατηρεί όλους κι όλους περί τους 40.000 τόνους ελαιόλαδο, εκ των οποίων µόνο 15-20.000 τόνοι θα έλεγε κανείς πως είναι διαθέσιµοι και κατάλληλοι για εξαγωγή, ενώ οι υπόλοιποι πάνε για ιδιοκατανάλωση.
Ουσιαστικά, αν οι πωλήσεις και η κατανάλωση διατηρηθούν σε αποδεκτά επίπεδα, τότε συνολικά η βιοµηχανία τυποποίησης θα κληθεί να «ξύσει τον πάτο του βαρελιού» στα αποθέµατά της, δηµιουργώντας κάποιες καλύτερες προοπτικές για την διαπραγµατευτική θέση των παραγωγών το φθινόπωρο, παρά την καλύτερη σοδειά.
Στην Ιταλία, οι πολύ υψηλές τιµές που διατηρούνται αποκλειστικά στο έξτρα έστω και ονοµαστικά, έχουν δηµιουργήσει και ενδιαφέρουσες στρεβλώσεις. Για παράδειγµα, οι κατέχοντες ποσότητες βιοµηχανικού άσσου µπορούν να εισπράξουν περισσότερα αν το εξάγουν στην Ισπανία για να µπλενταριστεί, παρά να το πουλήσουν στην Ιταλία. Σύµφωνα µε το teatronaturale, οι τιµές για το λαµπάντε στην Ιταλία κυµαίνονται από 5,6 έως 6,2 ευρώ, όταν αντίχτοιχα στην Ιβηρική ξεπερνούν τα 7 ευρώ.
Καλύτερη σοδειά στην Ισπανία µε λιγότερο προϊόν στις δεξαµενές
Παρά την καλύτερη σοδειά 2023/24 στην Ισπανία, όπου η παραγωγή ελαιολάδου ξεπέρασε τους 850.000 τόνους, έναντι 661.000 την προπέρσινη σεζόν, τα συνολικά αποθέµατα στην µεγαλύτερη παραγωγό και καταναλωτή χώρα του κόσµου ήταν χαµηλότερα στις 30 Απριλίου 2024 σε σύγκριση µε έναν χρόνο πριν. Συγκεκριµένα, φέτος διαµορφώθηκαν σε 577.000 τόνους, έναντι 607.000 πέρυσι, δηλαδή µειωµένα κατά 5,2%. Το εντυπωσιακό είναι πως αρκετές καταναλωτικές µελέτες που βλέπουν το φως της δηµοσιότητας µιλούν για ανησυχητική υποχώρηση των πωλήσεων στο ράφι, ενώ τελικά φαίνεται πως παρά τη µεγαλύτερη (+28,6%) λαδιά φέτος, τα αθροιστικά αποθέµατα συνεταιρισµών και τυποποιητών είναι αυτό το καιρό µειωµένα κατά 5,2%. Πάντως, το καλοκαίρι παραδοσιακά, οι χονδρικές πωλήσεις υποχωρούν ενώ το ενδιαφέρον της αγοράς µετατοπίζεται στη πορεία της νέας σοδειάς. Πλέον όλα τα βλέµµατα είναι στραµµένα στις πρώτες σοβαρές για την πρώιµη καρπόδεση στη Μεσόγειο, οι οποίες αναµένονται αρχές Ιουνίου.