της Σοφίας Σπύρου
Ο Νίκος Σπυρόπουλος ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία στο Εμπορικό Ναυτικό. Για δύο χρόνια ταξίδεψε και έφτασε να υπηρετεί ως ανθυπλοίαρχος σε καράβια που μετέφεραν τσιμέντο της ΑΓΕΤ Ηρακλής που παρέδιδαν σε όλη τη χώρα και στην Ιταλία. Παρότι τον γοήτευε η απεραντοσύνη της θάλασσας, ωστόσο τα μειονεκτήματα της ζωής στα καράβια τον προβλημάτιζαν και κυρίως η απομόνωση του ναυτικού από την υπόλοιπη κοινωνία. Έτσι στράφηκε στην ελαιοκομία, για την οποία πάντοτε ενδιαφερόταν, και ανέλαβε το 2000 τα οικογενειακά κτήματα στην Στυλίδα. Στη διάρκεια της διαδρομής του πήρε τολμηρές αποφάσεις επενδύοντας στη βιολογική καλλιέργεια της βρώσιμης ελιάς ήδη από το 2000 και αργότερα δημιουργώντας μονάδα μεταποίησης. Σήμερα ο κ. Σπυρόπουλος μεταποιεί και εμπορεύεται 1.200 τόνους ελιάς, από τους οποίους ο ίδιος παράγει περίπου το ένα τέταρτο ενώ πρόσφατα επένδυσε σε γραμμή τυποποίησης δημιουργώντας το brand Bio Olives.
Αιωνόβια δέντρα Αμφίσσης
Ο ελαιώνας του κ. Σπυρόπουλου που εκτείνεται σε 400 στρέμματα κυρίως στην πεδιάδα της Στυλίδας ακολουθεί παραδοσιακή φύτευση με περίπου 17 δέντρα ανά στρέμμα. Οι ελιές, που είναι ποικιλίας Αμφίσσης και σε μικρό ποσοστό Καλαμών, περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό αιωνόβιων δέντρων που η διάμετρος ξεπερνά το ένα μέτρο και η ζωή τους ξεκινά πριν την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Χάρη στη εύφορη γη με έδαφος πλούσιο σε οργανική ύλη αλλά και την άρδευση, ο ελαιώνας έχει υψηλή απόδοση που φτάνει 300 τόνους βρώσιμης ελιάς κατ’ έτος.
Πρωτοπόρος στα βιολογικά
Με τη διαδοχή και το πέρασμα του κτήματος από τον πατέρα στον ίδιο ο κ Σπυρόπουλος χάραξε νέα στρατηγική υιοθετώντας βιολογική καλλιέργεια το 2000, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών καλλιεργούσαν συμβατικά. «Τότε δεν τολμούσες να πεις ότι είμαι βιοκαλλιεργητής και είχες να αντιμετωπίσεις χλεύη και ειρωνικά σχόλια από την τοπική κοινωνία. Τώρα έχουν αντιστραφεί οι όροι και νομίζω σε λίγο θα έχουμε περισσότερο βιολογικά παρά συμβατικά», θα πει ο κ. Σπυρόπουλος. Ο λόγος που επέλεξε να στραφεί στη βιολογική ήταν για να διαφοροποιηθεί ,γιατί έβλεπε τις οικονομικές προοπτικές της συμβατικής Αμφίσσης να οδηγούνται σε αδιέξοδο. «Οι τιμές του προϊόντος είχαν ήδη βαλτώσει και εξακολουθούν να είναι στάσιμες. Σε όρους δραχμής η τιμή ήταν από 140 μέχρι 270 δραχμές το κιλό και σήμερα σε ευρώ είναι 50-80 λεπτά, δηλαδή έχουν παραμείνει στάσιμες εδώ και 25- 30 χρόνια», θα πει ο κ. Σπυρόπουλος. Η επιλογή του αποδείχθηκε πολύ επιτυχής τόσο επειδή η βιοκαλλιέργεια δεν παρουσίασε μεγάλες δυσκολίες αλλά και επειδή οι οικονομικές αποδόσεις ξεπέρασαν τις προσδοκίες του. «Ο σημαντικός εχθρός της ελιάς Αμφίσσης και ο μεγάλος προβληματισμός όταν μπήκα στη βιολογική ήταν ο πυρηνοτρήτης αλλά μέσα σε 2-3 χρόνια κατάλαβα ότι δεν αποτελούσε πρόβλημα. Το μόνο που χρειάζεται είναι γνώση του κύκλου ζωής του εντόμου και προσοχή ώστε να αντιλαμβάνεσαι πως εξελίσσεται και να επεμβαίνεις με ψεκασμό όταν πρέπει», αναφέρει ο κ. Σπυρόπουλος. Όσο για την πορεία του προϊόντος στην αγορά θα πει: «Η ζήτηση ήταν πολύ μεγαλύτερη από ό,τι περίμενα για τη βιολογική Αμφίσσης. Δεν είχα προβλέψει ότι δεν θα μου φτάνουν οι ελιές και θα έπρεπε να ψάξω να βρω ποσότητες που δεν μπορούσα να παράγω. Ενώ η ζήτηση παρέμεινε μεγαλύτερη της προσφοράς επί είκοσι χρόνια».
Χώμα με τριπλάσια οργανική ύλη
Όσο αφορά στις φροντίδες της θρέψης ο έμπειρος βιοκαλλιεργητής εξηγεί ότι εφαρμόζει κοπριές από βιολογικά ποιμνιοστάσια ανά 2-3 έτη. Επιπλέον συμπληρώνει τη λίπανση ανάλογα με τις ανάγκες που έχει το δέντρο κατά τη διάρκεια του χρόνου. Έτσι για παράδειγμα κατά το διάστημα της ανθοφορίας εφαρμόζει διαφυλλική λίπανση με ψεκασμό με αμινοξέα, οργανικό άζωτο και ενεργοποιητές. Παράλληλα χρησιμοποιεί βιολογικά σκευάσματα θρέψης, τα οποία, όπως αναφέρει, συνεχίζουν να δρουν και επόμενες χρονιές βελτιώνοντας την ποιότητα του εδάφους σωρευτικά σε βάθος χρόνου. Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω πρακτικών μαζί με την ενσωμάτωση των θρυμμάτων από τα κλαδέματα και των υπολειμμάτων χορτοκοπής έχουν οδηγήσει σε υψηλά επίπεδα οργανικής ύλης. «Μια συνηθισμένη τιμή ποσοστού οργανικής ουσίας στο έδαφος στους συμβατικούς ελαιώνες είναι γύρω στο 1% και στον ελαιώνα μου το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 3%», θα πει ο κ .Σπυρόπουλος.
Λείπουν οι βασικές γνώσεις στον αγρότη
Μπορεί η ελαιοκομία να μετρά παράδοση αιώνων στη χώρα μας, ωστόσο ο παραγωγός δεν διαθέτει απαραίτητα τις γνώσεις για τη σωστή φροντίδα των δέντρων όπως τονίζει ο κ. Σπυρόπουλος. «Είναι χαρακτηριστικό το πρόβλημα που υπάρχει με την έλλειψη γνώσης για το πώς πρέπει να γίνεται σωστά το κλάδεμα. Επικρατεί μεγάλο σκοτάδι και οι παραγωγοί ακολουθούν εμπειρικές πρακτικές χωρίς να υπάρχουν κανόνες για το πώς πρέπει να διαμορφώνεται το δέντρο», αναφέρει ο ίδιος. Παράλληλα, όπως είναι γνωστό, δεν υπάρχει κρατικό σύστημα γεωργικών εφαρμογών με ειδικούς γεωπόνους που να παρέχουν στους παραγωγούς τις απαραίτητες γνώσεις. «Πρέπει οι αρμόδιοι φορείς κατ’ αρχάς να εκπαιδεύσουν τους εκπαιδευτές ώστε να διαθέτουν πρακτικές και όχι μόνο θεωρητικές γνώσεις πριν απευθυνθούν στον παραγωγό. Διότι ο καλλιεργητής δεν είναι αδαής, είναι σαν να έχει ένα τσουβάλι με γράμματα, αλλά δεν μπορεί να τα βάλει στη σειρά. Άρα πρέπει κάποιος να πάρει τα γράμματα και να τα βάλει στη σειρά ώστε ο παραγωγός να μπορεί να τα διαβάσει», θα πει χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Το κενό γνώσης στη μεταποίηση
Η έλλειψη τεχνογνωσίας που αναδεικνύει ο κ. Σπυρόπουλος ήταν και το κρίσιμο εμπόδιο που αντιμετώπισε όταν ανέλαβε τη μεταποίηση της ελιάς το 1996. Προκειμένου να μάθει το αντικείμενο, προσέλαβε χημικό ο οποίος συνεργαζόταν με εταιρείες μεταποίησης ο οποίος όμως δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. «Πέρασα περίπου 4-5 χρόνια ακολουθώντας τις συμβουλές των χημικών και στη συνέχεια τα περισσότερα δεν τα εφάρμοσα ξανά. Είχα πολύ μεγάλο στρες γιατί στα πρώτα χρόνια δεν γνώριζα τις ορθές πρακτικές διαχείρισης του προϊόντος. Μπορεί να σηκωνόμουνα δύο η ώρα τα χαράματα και να πάω στην αποθήκη να δω τι γίνεται στις δεξαμενές. Σιγά σιγά όμως έβαλα σειρά στα πράγματα και βρήκα ανθρώπους που με βοήθησαν να αποκτήσω τις απαραίτητες γνώσεις. Σήμερα το προϊόν ζυμώνεται μόνο από τον γαλακτοβάκιλο που υπάρχει στην ελιά και χρησιμοποιούμε οξέα που είναι πάντα εγκεκριμμένα μόνο για να πετύχουμε μικροδιορθώσεις στη ζύμωση. Μάλιστα έχουμε υλοποιήσει σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας για την παραγωγή μαύρης ελιάς με αυξημένα προβιοτικά», θα πει ο κ Σπυρόπουλος.
Συνεχής αναβάθμιση των υποδομών
Παράλληλα με την επέκταση της δραστηριότητας ο κ. Σπυρόπουλος αναβάθμιζε συνεχώς τις υποδομές της μεταποιητικής του μονάδας. Έτσι ξεκίνησε το 2000 με μια αποθήκη 200 τ.μ. που στέγαζε δεξαμενές χωρητικότητας 100 τόνων και μες την πορεία του χρόνου με επεκτάσεις διπλασίασε την επιφάνεια των στεγασμένων χώρων. Σήμερα η μονάδα του μπορεί να αποθηκεύσει 1.200 τόνους ελιάς ενώ διαθέτει πλήρη γραμμή τυποποίησης από το 2015 που περιλαμβάνουν πλήρη γραμμή τυποποίησης για ελιά καθώς και για πάστα ελιάς.
ΣΕΙΡΑ BIO OLIVES
Η σειρά βιολογικής επιτραπέζιας ελιάς περιλαµβάνει Καλαµών και εκπυρηνωµένες, Πράσινες ελιές και γεµιστές µε σκόρδο, µε κόκκινη πιπεριά, µε αµύγδαλο και εκπυρηνωµένες, Μαύρες ελιές και πάστα πράσινης, µαύρης και ελιάς Καλαµών.
Φωτογραφίες: Γεωργία Καραμαλή