της Μαρίας Γιουρουκέλη
«Οι κύριοι ανταγωνιστές μας προβαίνουν σε συνεχείς διαφημιστικές εκστρατείες, τόσο στην Σερβία, όσο και σε πολλές άλλες χώρες-αγορές στόχους τους (πχ Ασία, Βαλκάνια κλπ), ενώ η αντίστοιχη προβολή του ελληνικού ελαιόλαδου παραμένει σχεδόν ανύπαρκτη επί δεκαετίες», λέει χαρακτηριστικά η έκθεση.
Αυξημένη ζήτηση παρατηρείται στην κατανάλωση ελαιολάδου και επιτραπέζιας ελιάς στην Σερβία, τόσο λόγω του εισερχόμενου τουρισμού από την χώρα στην Ελλάδα, όσο και λόγω της βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου, αναφέρει το γραφείο ΟΕΥ στο Βελιγράδι. Αν και η τάση αυτή οδηγεί σε αλλαγή διατροφικών συνηθειών και στην υιοθέτηση πιο υγιεινής διατροφής, η κατανάλωση ελαιολάδου περιορίζεται στις σαλάτες, καθώς στην κουζίνα, οι Σέρβοι προτιμούν τα σπορέλαια.
Ο κύριος όγκος εισαγωγών παρθένου ελαιολάδου προέρχεται από την Ιταλία, την Ελλάδα, ή την Ισπανία. Η Ιταλία και η Ελλάδα κατέχουν περίπου το 90% της αγοράς. Ωστόσο το μερίδιο του ελληνικού ελαιόλαδου είναι περιορισμένο, διότι διατίθεται, κυρίως, από ελληνικών συμφερόντων σημεία πώλησης (πχ αλυσίδα Super Vero κλπ) και λιγότερο από άλλες, μεγαλύτερες αλυσίδες.
Η Σερβία εισάγει από την Ελλάδα κυρίως έλαια που προέρχονται αποκλειστικά από ελιές (434 τόνοι, αξίας 140 χιλ. ευρώ) και Εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο (234 τόνοι, αξίας 1.052 χιλ. ευρώ. Επίσης 29 τόνους παρθένου ελαιολάδου αξίας 92 χιλ. ευρώ και ακατέργαστο πυρηνέλαιο ελιάς, 42 τόνων, αξίας 42 χιλ.ευρώ.
Σύμφωνα με το report, απαιτείται αλλαγή πλεύσης για τις ελληνικές εξαγωγές του προϊόντος όπως:
- Χρήση βασικής ετικέτας συσκευασίας στα σερβικά, με προτάσεις χρήσης προϊόντος
- Συμμετοχή Ελλήνων Εξαγωγέων σε έγκαιρα προετοιμασμένες και οργανωμένες επιχειρηματικές αποστολές.
- Ένταξη της Σερβίας στις αγορές – στόχους και σε δράσεις, όπως το οδοιπορικό «οι δρόμοι του λαδιού και της ελιάς».
- Ανάδειξη και προβολή των πλεονεκτημάτων της ελληνικής κουζίνας και ιδιαίτερα των ευεργετικών για την υγεία ιδιοτήτων του παρθένου ελαιόλαδου.
- Διείσδυση στον τομέα των εστιατορίων και ξενοδοχείων όπου χρησιμοποιείται, κυρίως, ιταλικό και ισπανικό ελαιόλαδο, καθώς και προώθηση ελληνικού πολτού ελιάς
- Ανάδειξη και προβολή ελαιοπαραγωγικών περιοχών της Ελλάδας, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί μελλοντικά η διαφοροποίηση στις τιμές, στο πλαίσιο της προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως (ΠΟΠ)
- Πραγματοποίηση εβδομάδων ελληνικών τροφίμων, με ιδιαίτερη προβολή και γευσιγνωσία ελαιόλαδου, αρχικά στα supermarkets, ξενοδοχεία ή εστιατόρια ελληνικών συμφερόντων και σε δεύτερο στάδιο, σε άλλες αλυσίδες κλπ.