Την ίδια στιγμή σχεδόν έξι στις δέκα οικογένειες επιλέγουν για το τραπέζι τους εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, το οποίο, μάλιστα, οι περισσότεροι δηλώνουν ότι το προμηθεύονται από συγγενείς, φίλους και γνωστούς, με αποτέλεσμα να μην ανησυχούν και για τα κρούσματα νοθείας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, το γεγονός ότι η επιλογή του τυποποιημένου ελαιόλαδου από τους καταναλωτές, έρχεται συνήθως ως συνέπεια της αδυναμίας τους να βρουν πρόσβαση σε συγγενείς ή φίλους που να παράγουν το δικό τους ελαιόλαδο, παρά ως πρώτη προτίμηση.
Πανελλαδική έρευνα σε 859 νοικοκυριά
Τα ευρήματα αυτά, ως προς τη συμπεριφορά των ελληνικών νοικοκυριών απέναντι στο ελαιόλαδο, προκύπτουν από πανελλαδική μελέτη σχετικά με τις γνώσεις, τη στάση και τις πεποιθήσεις των καταναλωτών στη χώρα, ως προς την επιλογή, την ασφάλεια και τη νοθεία του ελαιόλαδου και της επιτραπέζιας ελιάς, που εκπόνησε η εταιρεία «Hellenic Research House» για λογαριασμό του ΕΦΕΤ και παρουσιάζει η Agrenda.
Τα βασικότερα συνοπτικά αποτελέσματα της έρευνας κοινής γνώμης, που συντονίστηκε από το Δρ Γεώργιο Μαράκη και πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικά, με δομημένο ερωτηματολόγιο που συντάχθηκε από τον ΕΦΕΤ, σε τυχαίο πανελλαδικό δείγμα 857 νοικοκυριών μεταξύ 21/02 και 29/05 του 2020, σε δύο φάσεις, έχουν ως εξής:
• Επιβεβαιώθηκε ότι η κατανάλωση του ελαιολάδου είναι εξαιρετικά υψηλή στην Ελλάδα, δεδομένου ότι επί συνόλου 859 νοικοκυριών που ρωτήθηκαν, μόλις δύο (2) εξαιρέθηκαν από την έρευνα λόγω της μη κατανάλωσης ελαιολάδου.
• Το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται από τα νοικοκυριά σε όλους τους τρόπους μαγειρέματος με αποκλειστική χρήση στις σαλάτες και τα μαγειρευτά, παράλληλη χρήση με σπορέλαια στο τηγάνισμα και με το βούτυρο για την παρασκευή γλυκών.
• Το 57% των νοικοκυριών δήλωσε ότι χρησιμοποιεί εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο το οποίο προμηθεύεται, σε ποσοστό 74%, από συγγενείς, φίλους και γνωστούς.
• Η αγορά τυποποιημένου ελαιόλαδου φάνηκε μάλιστα να συνδέεται με την πρόσβαση στην παραγωγή ελαιόλαδου, καθώς το 59% όσων δεν έχουν «άκρες» στην πηγή παραγωγής, αγοράζουν τυποποιημένο και μόλις το πολύ μικρό 7% όσων έχουν τέτοια δυνατότητα.
• Για όσους αγοράζουν τυποποιημένο ελαιόλαδο, τα βασικά κριτήρια επιλογής είναι η τιμή (54%), η οξύτητα (44%) και η γεωγραφική ένδειξη (39%), ενώ το 63% αγοράζει σταθερά συγκεκριμένη μάρκα.
• Γενικά το ελαιόλαδο θεωρείται από τους Έλληνες καταναλωτές ως ανώτερο των άλλων φυτικών ελαίων (91% το θεωρούν πιο θρεπτικό και πιο υγιεινό).
• Η γνώση για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελαιόλαδου φάνηκε να ποικίλει, ωστόσο, με αρκετούς καταναλωτές να μπερδεύονται. Παρότι δηλαδή το 54% των συμμετεχόντων γνώριζε ότι το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο έχει οξύτητα μικρότερη του 0,8, μόνο το 19% γνώριζε ότι ένα ελαιόλαδο μπορεί να είναι πικρό ή πικάντικο στη γεύση επειδή είναι πλούσιο σε φαινολικά συστατικά με ευεργετικές ιδιότητες.
• Ενδιαφέρον θεωρείται επίσης ότι το 59% των ερωτηθέντων είπε ότι καταναλώνει το ελαιόλαδο 6 μήνες μετά την παραγωγή του για να «ηρεμήσει» η γεύση του. Γενικά, η διάρκεια ζωής των εξαιρετικών παρθένων ελαιόλαδων κυμαίνεται μεταξύ 9 και 18 μηνών, ανάλογα με άλλους συνακόλουθους παράγοντες όπως είναι η θερμοκρασία ή η χημική σύνθεση του. Η ιδανική θερμοκρασία για τη διατήρηση του ελαιόλαδου είναι περίπου 23 ° C, ενώ η αποθήκευση σε υψηλές θερμοκρασίες (π.χ. κοντά στους 40ºC) υποβαθμίζει την ποιότητα του.
• Η αποθήκευση του ελαιολάδου γίνεται από το 95% των νοικοκυριών, ορθώς σε σκιερό και δροσερό σημείο, όμως χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό ακατάλληλα δοχεία. Συγκεκριμένα μόλις το 16% του δείγματος δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν σκούρα γυάλινα μπουκάλια, ενώ το 61% χρησιμοποιεί μεταλλικά δοχεία και τενεκέδες. Το γυαλί να σημειωθεί, θεωρείται ένα από τα υλικά που συντηρεί καλύτερα το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, καθώς είναι ένα αδρανές υλικό και, όταν είναι χρωματισμένο (π.χ. σκούρο πράσινο), μειώνει τη διέλευση του φωτός και διατηρεί καλύτερα πολλές από τις βιοδραστικές ενώσεις που έχουν πολλαπλά οφέλη για την υγεία. Το ελαιόλαδο που παραμένει σε τενεκέδες έρχεται σε επαφή με περισσότερο οξυγόνο όσο περνάει ο χρόνος, το οποίο μπορεί να υποβαθμίσει τη συνολική ποιότητα του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου και τη διάρκεια ζωής του κατά την αποθήκευση.
• Οι Έλληνες καταναλωτές δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα για τη νοθεία του ελαιόλαδου (16% μόνο ανησυχούν), κυρίως διότι θεωρούν ότι το λάδι που προμηθεύονται από συγγενείς και γνωστούς δεν ενέχει αυτό το ρίσκο (81% όσων δεν ανησυχούν), ενώ το κύριο μέτρο που παίρνουν όσοι ανησυχούν είναι η αγορά τυποποιημένου ελαιολάδου συγκεκριμένης εταιρείας (56%).
• Για τους καταναλωτές η νοθεία σχετίζεται πρωτίστως με άλλα φυτικά έλαια (π.χ. ηλιέλαιο) και δευτερευόντως με αναμείξεις ελαιόλαδων διαφορετικής ποιότητας, γεωγραφικής προέλευσης ή παραπλανητικές ετικέτες.
• Στο θέμα της νοθείας του ελαιόλαδου τα νοικοκυριά εμπιστεύονται σε μεγάλο βαθμό τα ελαιοτριβεία και τους κρατικούς φορείς ελέγχου, όμως η εμπιστοσύνη στις εταιρείες ελαιόλαδου φάνηκε να είναι περιορισμένη στους συμμετέχοντες στην έρευνα.
Έρχονται δράσεις ενημέρωσης ων καταναλωτών
«Ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων, εκτός από τους διαρκείς ελέγχους στα ελαιόλαδα που διακινούνται στην ελληνική αγορά, προτίθεται να προχωρήσει και σε δράσεις ενημέρωσης των καταναλωτών στο προσεχές διάστημα, κυρίως για τα οφέλη του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου, καθώς και τις βέλτιστες συνθήκες συντήρησης στο σπίτι, προκειμένου να διατηρούνται για περισσότερο χρονικό διάστημα οι σημαντικές για την υγεία βιοδραστικές ενώσεις του», αναφέρει στην Agrenda το στέλεχος του φορέα Δρ. Φραγκίσκος Γαΐτης.
Ως συντονιστής του λεγόμενου υποέργου 3 που υλοποιείται στο πλαίσιο της εμβληματικής δράσης «Οι δρόμοι της Ελιάς» κι αφορά στην ποιότητα και αυθεντικότητα των τελικών προϊόντων ελαιόκαρπου και ελαιόλαδου και χρηματοδοτείται από τη ΓΓΕΤ, ο συνομιλητής μας εξηγεί πως «στο υποέργο συντελείται μια παγκόσμια πρωτοτυπία, διότι ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών ομάδων, με αντικείμενο στο χώρο της ανάλυσης του ελαιόλαδου, με σύγχρονες εξειδικευμένες τεχνολογίες και τεχνικές, συναντώνται με τον ΕΦΕΤ και αναλύουν ταυτόχρονα τα ίδια ακριβώς δείγματα που έχουν συλλεγεί σε 3 συνεχόμενες ελαιοκομικές περιόδους από ελαιοτριβεία της Κρήτης, της Πελοποννήσου και της Λέσβου καθώς και τυποποιημένα προϊόντα».
Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται επικύρωση εναλλακτικών μεθόδων ανάλυσης έναντι των νομοθετικά αποδεκτών του Κανονισμού 2568/91 της Ε.Ε., οι οποίες είναι πολύ ταχύτερες και φθηνότερες και αφετέρου προσεγγίζονται πεδία νοθείας, πέραν της ανάμιξης με άλλα φυτικά έλαια, στα οποία οι χημικές αναλύσεις του Κανονισμού δεν είναι σε θέση να δώσουν απαντήσεις. «Τέτοια είναι η παραπλάνηση ως προς την ποικιλία και τη γεωγραφική προέλευση και νοθεία των εξαιρετικών παρθένων ελαιόλαδων με κατώτερα αποσμημένα ελαιόλαδα», τονίζει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει πως «ταυτόχρονα, προσδιορίζονται βιοδραστικές ουσίες του ελληνικού ελαιόλαδου, οι οποίες είναι πλέον των νομοθετημένων με τον Κανονισμό 432/2012, πολυφαινολών και ανάλογα με τη συγκέντρωσή τους θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν επιπλέον διατροφικούς ισχυρισμούς υγείας και συνεπώς να αυξήσουν την προστιθέμενη αξία του».
Πλήρης «χαρτογράφηση» για Καλαμών, Κονσερβολιά και Χαλκιδικής
Όσον αφορά στην επιτραπέζια ελιά μέσω μιας ολιστικής επιστημονικής προσέγγισης που συνδυάζει την γονιδιωματική ανάλυση, την κλασσική μικροβιολογία και την βιοπληροφορική, ο κ. Γαΐτης διευκρινίζει πως στο πλαίσιο του προγράμματος πραγματοποιείται η πλήρης χαρτογράφηση του οικοσυστήματος της επιτραπέζιας ελιάς των ποικιλιών Καλαμών, Κονσερβολιά και Χαλκιδικής από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές της χώρας και κατ’ επέκταση η βιογεωγραφική συσχέτιση του μικροβιώματος με τις διαφορετικές περιοχές μεταποίησης της ελιάς.
«Τα αναλυτικά δεδομένα εισάγονται σε μια ψηφιακή βάση δεδομένων που έχει αναπτυχθεί για αυτό το σκοπό, δημιουργώντας ένα ψηφιακό αποτύπωμα για κάθε δείγμα και παράλληλα αναπτύσσονται μοντέλα για τη διάκριση των δειγμάτων με βάση την ποικιλία, την περιοχή και τις αποκλίσεις οι οποίες υποδεικνύουν νοθεία, τα οποία στοιχεία μέσω εφαρμογής σε διαδραστική πλατφόρμα στο διαδίκτυο, θα είναι μέχρι το τέλος του έτους διαθέσιμα στους ενδιαφερόμενους», τονίζει ο κ. Γαΐτης.