Την αδυναµία του εµπορίου να επιβάλει τους όρους της «ζήτησης» σηµατοδοτεί η επιστροφή της Ιταλίας και της Ισπανίας στα επίπεδα τιµών µε τα οποία άνοιξε η αγορά το φθινόπωρο, αφού παρά το ότι οι πωλήσεις ελαιολάδου σε βαρύνουσες αγορές της Βόρειας Ευρώπης έχουν υποχωρήσει κατά έως και 50%, η εξαιρετικά µειωµένη προσφορά πρώτης ύλης, φαίνεται να µην τιθασεύεται.
Το Μπάρι που λειτουργεί σαν µια βασική αγορά αναφοράς «βολεύεται» εδώ και δύο εβδοµάδες στα 9,20 ευρώ το κιλό µε την ζήτηση µάλιστα να είναι υψηλή. Τα δε βιολογικά ελαιόλαδα διαµορφώνουν κορυφή στα 9,50 ευρώ το κιλό.
Αντίστοιχη ζήτηση σηµειώνεται και στην ελληνική αγορά, η οποία µεταφράστηκε στις αρχές της περασµένης εβδοµάδας σε πράξη από τον Αγροτικό Ελαιοκοµικό Συνεταιρισµό Μεταµόρφωσης, ο οποίος συµφώνησε µε ελληνική εταιρεία εµπορίας ελαιολάδου για πώληση στα 9,364 ευρώ το κιλό. Η τιµή αυτή, αφορά ένα βυτίο, περίπου 20 τόνων.
Μόλις την περασµένη βδοµάδα ο Αγροτικός Συνεταιρισµός Αγίων Αποστόλων ανακοίνωσε ότι προχώρησε στην πώληση 2 βυτίων εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου, εσοδείας 2023-2024, σε ιταλική εταιρεία, στην τιµή των 9,05 ευρώ το κιλό, ενώ στα τέλη του Νοεµβρίου, ο Αγροτικός Συνεταιρισµός Βλαχιώτη έκλεισε συµφωνία για ένα βυτίο (27 τόνους) έξτρα παρθένου ελαιόλαδου, εσοδείας 2023-24 και οξύτητας 0,4 προς 8,80 ευρώ το κιλό.
Μικρό ενδιαφέρον για πωλήσεις λόγω εφορίας
Παρά το ανοδικό µοµέντουµ στην αγορά ελαιολάδου, περιορισµένο φαίνεται προς το παρόν το ενδιαφέρον των παραγωγών να πουλήσουν. ∆υο είναι οι πιθανές ερµηνείες, ενώ δεν αποκλείεται ο συνδυασµός αυτών των δύο παραγόντων, που περιορίζουν περισσότερο την προσφορά, να επιτρέψει µερικά ακόµα ανοδικά βήµατα στις τιµές για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
Αφενός λοιπόν οι παραγωγοί κρατιούνται, αναµένοντας κορύφωση των τιµών, σε µια ωστόσο αµφιλεγόµενη στρατηγική, αφού κανείς δεν µπορεί να εγγυηθεί την εξέλιξη των τιµών, ενώ µια µαζική έξοδος στις αγορές σε επόµενο διάστηµα, θα προκαλούσε σοκ και πίεση. Ένας πιο ορθολογικός λόγος εγκράτειας των παραγωγών απέναντι στις πωλήσεις ενδέχεται να είναι φορολογικός. Προκειµένου να µην «διπλώσει» φορολογικά το 2023 ως οικονοµικό έτος και µε δεδοµένο ότι οι φετινές ποσότητες είναι ελάχιστες, αρκετοί επιλέγουν να προχωρήσουν σε πωλήσεις αργότερα µέσα στο 2024, ευελπιστώντας στις αντοχές της αγοράς. ∆εν αποκλείεται να δικαιωθούν αν και µέσα στον Ιανουάριο η αγορά κάνει κοιλιά, µιας και αυξάνει η προσφορά από την Ισπανία.
Τα αποθέµατα ελαιολάδου παραµένουν σε ιστορικά χαµηλά, παρά την είσοδο φρέσκων ποσοτήτων στις δεξαµενές, µε την αγορά πλέον να έχει ανακάµψει
Σταθεροποίηση στα σημερινά επίπεδα
Το τελευταίο διάστηµα, οι αναλυτές συγκλίνουν στην εκτίµηση ότι η αγορά θα σταθεροποιηθεί κοντά στα σηµερινά επίπεδα τιµών. Άλλωστε, τα αποθέµατα ελαιολάδου παραµένουν σε ιστορικά χαµηλά, παρά
την είσοδο φρέσκων ποσοτήτων στις δεξαµενές, µε την αγορά, έπειτα από την απότοµη διόρθωση Οκτωβρίου – Νοεµβρίου, πλέον να έχει ανακάµψει. Μια πιο ασφαλής διαπίστωση, θα ήθελε τις τιµές να σταθεροποιούνται στο σηµερινό εύρος, ειδικά στην περίπτωση που η Ισπανία αγγίξει τον στόχο των 800.000 τόνων, έπειτα από τις ευεργετικές βροχοπτώσεις που σηµειώθηκαν το προηγούµενο διάστηµα, βελτιώνοντας την εικόνα της φετινής παραγωγής. Κάτι τέτοιο αναµένει η Deoleo
Αν έδειξε κάτι ο τρόπος που συµπεριφέρθηκαν οι τιµές το φθινόπωρο είναι ότι όλοι οι εµπλεκόµενοι, από τους µεσίτες µέχρι τη λιανική, αναµένουν στη γωνία για µια απότοµη διόρθωση. Αυτό σηµαίνει ότι αν τελικά οι καιρικές συνθήκες, ειδικά στην Ισπανία, µετά τον Φεβρουάριο δείξουν πιθανή επιστροφή της παραγωγής στα συνηθισµένα για τη χώρα επίπεδα, δεν αποκλείεται να ξεκινήσει ένας αποφασιστικός κύκλος διόρθωσης που θα πίεζε τις τιµές ακόµα και κάτω από τα 5 ευρώ το κιλό και χαµηλότερα µέχρι τις αρχές του 2025.