Ερευνητές από το Εθνικό Μουσείο Φυσικών Επιστημών της Μαδρίτης και τον Βιολογικό Σταθμό της Doñana, αμφότεροι που συνδέονται με το Εθνικό Ερευνητικό Συμβούλιο της Ισπανίας και το Πανεπιστήμιο της Γρανάδας, δημοσίευσαν μια κοινή μελέτη για την αποτελεσματικότητα του ιβηρικού μυρμηγκιού, Tapinoma ibericum, ως μέσο καταπολέμησης των παρασίτων του ελαιώνα όπως είναι ο πυρηνοτρήτης.
Μέχρι πρότινος, το Tapinoma nigerrimum θεωρούνταν ως ένα μεμονωμένο είδος μυρμηγκιού επιβλαβές για την ευρωπαϊκή γεωργία. Ωστόσο, μια μελέτη του 2017 προσδιόρισε ότι το σύμπλεγμα Τ. nigerrimum περιλαμβάνει τέσσερα διαφορετικά είδη που μπορούν να αναγνωριστούν μόνο με μεθόδους αλφα-ταξονομίας βασισμένες σε αριθμητική μορφολογία υψηλής ανάλυσης. Ένα από αυτά τα είδη είναι το ιβηρικό μυρμήγκι, Tapinoma ibericum.
Προκειμένου να προσδιορίσουν σωστά τα είδη που συμμετείχαν στη μελέτη τους, οι ερευνητές έστειλαν δείγματα από ελαιόκηπους και φυσικούς οικοτόπους από όλη την περιοχή της έρευνας στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Senckenberg στο Görlitz της Γερμανίας, για να αναγνωριστούν. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το Τ. nigerrimum τείνει να κατοικεί σε περισσότερα φυσικά οικοσυστήματα, ενώ το είδος Τ. ibericum, βρέθηκε να κατοικεί σε ελαιώνες.
Η μελέτη έδειξε μάλιστα, ότι τα μυρμήγκια της Ιβηρικής τρέφονται με τον ίδιο τύπο τροφής ανεξάρτητα από τη γεωργική διαχείριση που εφαρμόζεται στους διαφορετικούς ελαιώνες. Το γεγονός αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς ένας θηρευτής που δεν επηρεάζεται από τρόπους διαχείρισης στον ελαιώνα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση των στρατηγικών τοπικού βιολογικού ελέγχου.
“Αναμφίβολα, αυτή η μελέτη μπορεί να βοηθήσει όσους εργάζονται με γεωργικά οικοσυστήματα, όπως αγρότες και τεχνικούς, να εφαρμόσουν βιολογικό έλεγχο παρασίτων τόσο στην ελαιοκαλλιέργεια όσο και σε άλλες φυτείες», δήλωσε ο Rubén Martínez-Blázquez, ερευνητής στο Βιολογικό Σταθμό της Doñana.
Στο πειραματικό πλαίσιο, η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε εκτροφή μυρμηγκιών σε εργαστηριακό περιβάλλον, βασιζόμενη σε τέσσερις δίαιτες: μείγμα μελιού και μαγιάς, αφίδες που καταναλώνουν φυτά εδαφοκάλυψης, προνύμφες σκώρου ελιάς και το σαρκοφάγο έντομο Χρυσοπίδες (πράσινα κορδόνια), που είναι ένας εξίσου σημαντικός θηρευτής του σκώρου της ελιάς. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το T. Ibericum επιλέγει να τραφεί με τον σκώρο της ελιάς σε κρίσιμα στάδια του κύκλου ζωής του παρασίτου.
Επιπλέον, η ύπαρξη του πράσινου κορδονιού στο αρχικό εργαστηριακό στάδιο επέτρεψε στους ερευνητές να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τα μυρμήγκια δεν αναλαμβάνουν τον ρόλο του υπερ-αρπακτικού, καταναλώνοντας άλλα είδη που είναι ευεργετικά για τον φυσικό έλεγχο του σκώρου της ελιάς.
Ο πυρηνοτρήτης (σκώρος ελιάς) είναι ένα από τα πιο κοινά παράσιτα της ελιάς και παράγει τρεις γενιές ετησίως: τη φυλλοφάγο γενιά, η οποία τρέφεται με φύλλα ελιάς από τον Νοέμβριο έως τον Απρίλιο, την ανθοφάγο γενιά, η οποία τρέφεται με ανθικά μέρη από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο και την καρποφάγο γενιά όπου οι προνύμφες διεισδύουν στον καρπό και τρέφονται με το κουκούτσι από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο. Και οι τρεις γενιές μπορούν να προκαλέσουν ζημιά στους ελαιώνες καθώς και η επιτυχία ή η αποτυχία κάθε γενιάς καθορίζει το μέγεθος της επόμενης.
Σε όλη τη μελέτη, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η βιοποικιλότητα είναι κρίσιμη για τον έλεγχο των παρασιτικών εχθρών από φυσικούς θηρευτές. Αυτό αποδεικνύεται από την αφθονία μυρμηγκιών σε περιοχές με πιο σύνθετους ημιφυσικούς οικοτόπους και μειωμένη χρήση φυτοφαρμάκων. Βρήκαν, για παράδειγμα, ότι τα μυρμήγκια που ζουν δίπλα και μέσα σε βιολογικούς ελαιόκηπους τείνουν να μετακινούνται από τη φυσική γειτονική βλάστηση στα ελαιόδεντρα, κυρίως όταν το κάλυμμα του εδάφους αρχίζει να μαραίνεται, που αντιστοιχεί στο χρόνο που ο σκόρος της ελιάς γεννά τα αυγά του σε νεαρούς καρπούς ελιάς. Η θήρευση σε αυτό το στάδιο μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στις επόμενες γενιές.