Για το ενισχυμένο ελαιόλαδο αξιοποιούνται παραπροϊόντα της ελαιουργίας, πομάσα ελιάς, φύλλα ελιάς και ελληνικά βότανα, όπως το σπαθόχορτο, αλλά και φλούδες πορτοκαλιών. Ουσιαστικά, απομονώνονται ουσίες που διατηρούν τα υποπροϊόντα της ελιάς, όπως πολυφαινόλες, βιταμίνες και καροτενοειδή και στη συνέχεια εκχυλίζονται μέσα στο ραφιναρισμένο ελαιόλαδο, στο οποίο τα θρεπτικά στοιχεία που εντοπίζονται στα έξτρα παρθένα ελαιόλαδα έχουν εξαλειφθεί λόγω της υψηλής επεξεργασίας. Της έρευνας ηγείται ο Αντώνης Κουτελιδάκης, καθηγητής Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ο οποίος εξηγεί ότι με τον τρόπο αυτό, η παραγωγή των μελών του Συνεταιρισμού που δεν πληροί τα κριτήρια για να φορτωθεί την προστιθέμενη αξία των εξαιρετικά παρθένων ελαιολάδων, αποκτά μια δεύτερη ευκαιρία για μια καλύτερη εμπορική αξία.
Παράλληλα, με τον τρόπο αυτό δίνεται και μια απάντηση στις απαιτήσεις της κυκλικής οικονομίας που προβάλλουν ολοένα και περισσότερο τα κέντρα εξουσίας της Ε.Ε και οι καταναλωτές των πόλεων. Ήδη σε εργαστηριακές έρευνες που συγκρίνεται η επίδραση στην υγεία των ραφιναρισμένων ελαιολάδων και των ενισχυμένων, καταγράφεται μια θετική επίδραση στους βιοδείκτες των συμμετεχόντων που καταναλώνουν το λάδι που εμπλουτίζεται με τα υποπροϊόντα της ελιάς και του πορτοκαλιού, όπως θα αποκαλύψει ο καθηγητής Κουτελιδάκης.