Με το κλείσιμο του Φεβρουαρίου, η φετινή παραγωγή ελαιολάδου μπαίνει στην τελευταία της φάση, όσον αφορά τον ετήσιο απολογισμό. Η πρόσφατη μηνιαία καταγραφή έδειξε ότι τα νούμερα των ελαιοπαραγωγικών χωρών πλησιάζουν σιγά-σιγά τις τελικές εκτιμήσεις, στα πλαίσια των οποίων η παραγωγή της Ελλάδας είναι μικρότερη κατά τουλάχιστον 50.000 τόννους εν σχέσει με την σεζόν 2020-21.
Υπενθυμίζεται ότι η περυσινή παραγωγή της Ελλάδας έφτασε τους 275.000 τόννους· φέτος, οι πρώτες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για ίδιες ποσότητες, κάτι το οποίο ερμηνεύτηκε ως σταθερότητα/στασιμότητα (ανάλογα με το αν βλέπει κανείς το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο). Ωστόσο, λόγω των αντίξοων καιρικών φαινομένων κατά τις αρχές του έτους, αλλά και άλλων λόγων, ο πήχης έπεσε, με νεότερες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 225.000 τόννους.
Η καταγραφή του Φεβρουαρίου «μέτρησε» 105.476 τόννους για την Ισπανία, 24.000 τόννους για την Ελλάδα, 7.960 τόννους για την Ιταλία, 260 τόννους για την Γαλλία. Οι μηνιαίες επικαιροποιήσεις παρουσιάζουν μικρότερες ή μεγαλύτερες διαφορές όσον αφορά το προσδοκώμενο τελικό νούμερο: Σύμφωνα με το πιο πρόσφατο φύλλο της Κομισιόν, η ελληνική παραγωγή δεν θα ξεπεράσει τις 215.000 τόννους. Αντιθέτως, η ισπανική υπολογίζεται πλέον κοντά στο ενάμιση εκατομμύριο τόννους, αν και οι προηγούμενες εκτιμήσεις την τοποθετούσαν στους 1.350.000 τόννους. Η παραγωγή της Πορτογαλίας, που διένυσε μια ιστορική σεζόν, έφτασε τους 206.000 τόννους.
Η Ελλάδα βρίσκεται πίσω από την Πορτογαλία στις εξαγωγές ελαιολάδου, αλλά διατηρείται από πάνω της -έστω και οριακά- στον τομέα της παραγωγής. Η τελευταία συνθήκη δεν είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθήσει να ισχύει τα επόμενα χρόνια, καθώς οι ελαιώνες υπέρπυκνης φύτευσης που ευδοκιμούν στην Πορτογαλία εκτιμάται ότι θα απογειώσουν την παραγωγή της τα επόμενα δέκα χρόνια.
Βέβαια, οι καλλιέργειες αυτές, που δίνουν έμφαση στην υψηλή παραγωγή και την αυτοματοποιημένη φροντίδα έχουν ορισμένα μειονεκτήματα: Σε κάποιες περιπτώσεις, έχουν συσχετιστεί με την υποβάθμιση του εδάφους και την μόλυνση των υδάτινων πόρων.
Πιο φιλικές προς το περιβάλλον είναι οι βιολογικού τύπου καλλιέργειες, στις οποίες η Ελλάδα βρίσκεται στην πέμπτη θέση παγκοσμίως, με 56.000 εκτάρια τέτοιων φυτεύσεων. Πρόκειται για καλλιέργειες στις οποίες η λίπανση γίνεται με φυσικά μέσα, και συνδέονται με παραγωγή ελαιολάδου άριστης ποιότητας.
Μπορεί η ελληνική παραγωγή να μην περνάει την καλύτερή της φάση σε όρους ποσότητας, η ποιότητα ωστόσο παραμένει μια ιδιότητα που δεν παύει να συνοδεύει τα ελληνικά ελαιοκομικά προϊόντα.