Οι ισπανικές συνεταιριστικές οργανώσεις προειδοποίησαν ότι, εάν η ξηρασία συνεχιστεί, η συγκομιδή δεν θα υπερβεί τις 1.300.000 τόνους, αριθμός χαμηλότερος από την εκτιμώμενη παραγωγική ικανότητα του Υπουργείου Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων (1.415.000 τόνους).
Όπως εξηγούν, «η κλιματική αλλαγή προκαλεί την ουσιαστική εξάλειψη του φθινοπώρου όπως τον γνωρίζαμε. Αν και η ελιά είναι μια καλλιέργεια ανθεκτική στα ζεστά και ξηρά καλοκαίρια, απαιτεί ένα βροχερό φθινόπωρο με πτώση των θερμοκρασιών για να ολοκληρώσει σωστά τις διαδικασίες βλάστησης και λιπογένεσης, οι οποίες είναι απαραίτητες για το σχηματισμό των καρπών και του ελαίου».
Σύμφωνα με τις κοοπερατίβες, η μείωση της παραγωγής επιδεινώνεται από την αύξηση του κόστους παραγωγής και την αστάθεια των τιμών, «που προκαλούν πλήρη απώλεια κερδοφορίας, ειδικά στις ξηρικές εκμεταλλεύσεις». Σε αυτό το πλαίσιο, οι Αγροδιατροφικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις της Ισπανίας έχουν προειδοποιήσει για τον κίνδυνο εγκατάλειψης αυτών των περιοχών παραγωγής, εάν δεν υιοθετηθούν αποτελεσματικές πολιτικές διαχείρισης των υδάτων και στήριξης των επενδύσεων στον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση των ελαιώνων.
Τα τα χαμηλά τελικά αποθέματα για την περίοδο 2024/25, που εκτιμώνται σε περίπου 290.000 τόνους, σε συνδυασμό με τη μείωση της παραγωγής, «θα μπορούσαν να δημιουργήσουν νέες εντάσεις στην αγορά. Ο συνδυασμός της χαμηλότερης παραγωγής με τη σταθερή ζήτηση —πάνω από ένα εκατομμύριο τόνους στις εξαγωγές και 500.000 τόνους στην εγχώρια αγορά— δημιουργεί ένα πολύ οριακό σενάριο ισορροπίας για τους επόμενους μήνες».
Ολόκληρη η σχετική επίσημη αναφορά είναι διαθέσιμη εδώ
