του Γιώργου Λαμπίρη
Μέσα σε λίγες ημέρες, η αγορά ελαιολάδου ενισχύθηκε κατά 30 λεπτά το κιλό στον παραγωγό, στην περίπτωση της Λακωνίας, με το εμπόριο να παρουσιάζει κινητικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, οι τιμές ανέκαμψαν από τα χαμηλά των 3,40 ευρώ και επιστρέφουν στη ζώνη των 3,60 ευρώ το κιλό, όσο άνθρωποι της αγοράς δεν αποκλείουν την ανάπτυξη δυναμικής που θα φέρει τελικά τις τιμές για τις καλές ποιότητες έξτρα παρθένων ελαιολάδων κοντά στα 4 ευρώ. Ήδη μεμονωμένες πράξεις έφεραν την αγορά εντός του στόχου των 3,70 ευρώ, που περιέγραφε το προηγούμενο Σάββατο η Agrenda. Την ίδια στιγμή και η ισπανική αγορά κινείται ανοδικά έχοντας διαμορφώνει μέση τιμή στην κατηγορία του έξτρα παρθένου ελαιολάδου, στα 3,68 ευρώ το κιλό, από τα 3,25 ευρώ που ήταν πριν από δύο εβδομάδες.
Αβάντα στις τιμές παραγωγού στο ελαιόλαδο έχει φέρει η παγκόσμια έκρηξη στις τιμές των σπορελαίων και η έλλειψη που παρουσιάζουν λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κώστας Κουτσιούμπης επικεφαλής της εταιρείας ΚΟΡΕ, η οποία διακινεί τόσο σπορέλαιο όσο και ελαιόλαδο στην ελληνική αγορά, τις τελευταίες ημέρες η τιμή που αγοράζουν οι τυποποιητές ελαιολάδου έχει αυξηθεί κατά περίπου 200 ευρώ στον τόνο. Όπως αναφέρει ο κύριος Κουτσιούμπης το συγκεκριμένο γεγονός φέρνει κατ’ επέκταση και καλύτερες τιμές για τους παραγωγούς.
Επισημαίνει ότι μεσοσταθμικά η αύξηση στην τιμή της πρώτης ύλης ανέρχεται στα επίπεδα του 7%. «Ταυτόχρονα είναι ιδιαίτερα αυξημένο το κόστος παραγωγής λόγω των αυξήσεων στις τιμές ενέργειας και στα είδη συσκευασίας».
Κατά τον ίδιο, η τιμή που αγοράζουν οι τυποποιητές ανά κιλό ανέρχεται αυτή τη στιγμή στα 3,80 ευρώ το κιλό, με την τιμή παραγωγού να κινείται στα επίπεδα των 3,60 ευρώ το κιλό.
Η Ουκρανία από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σπορελαίων
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ουκρανία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους παίκτες στην παραγωγή σπορελαίων παγκοσμίως. Ο επικεφαλής της ΚΟΡΕ αναφέρει ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει προσφορά πρώτης ύλης στα σπορέλαια, από τη στιγμή που τόσο η Ουκρανία όσο η Ρωσία έχουν βγει εκτός αγοράς. «Για παράδειγμα εάν υπήρχε προσφορά προϊόντος στο καλαμποκέλαιο, η τιμή του θα ήταν στα επίπεδα των 2.500 ευρώ ανά τόνο, ενώ στο ηλιέλαιο μας ζητούν αυτή τη στιγμή τιμή που ανέρχεται στα 3.000 ευρώ ανά τόνο, όταν πριν από δέκα ημέρες η αντίστοιχη τιμή βρισκόταν στα επίπεδα των 1.450 ευρώ».
Χαμηλά τα αποθέματα στα σπορέλαια
Ως προς την τιμή των σπορελαίων ο ίδιος επισημαίνει ότι προ του πολέμου η τιμή στο ηλιέλαιο είχε διαμορφωθεί στα επίπεδα των 1.400 ευρώ ανά τόνο, κινούμενη ούτως ή άλλως σε υψηλά επίπεδα. «Επομένως δεν είχαμε δημιουργήσει ισχυρά αποθέματα, καθώς δεν θα μπορούσαμε να προβλέψουμε την παρούσα κατάσταση. Τα αποθέματα που είχαμε δημιουργήσει ανέρχονται στα επίπεδα των είκοσι έως τριάντα ημερών», λέει ο κύριος Κουτσιούμπης.
Ενισχύεται η τιμή στο ελαιόλαδο
Aπό την πλευρά της η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας, Ελληνικά Εκλεκτά Έλαια έρχεται να επιβεβαιώσει το γεγονός ότι το ελαιόλαδο ενισχύεται, με την μέση τιμή στο εξαιρετικό παρθένο να κινείται στα 3,80 ευρώ το κιλό για τους τυποποιητές, ενώ θεωρεί θέμα χρόνου να περάσει τα 4 ευρώ σε τιμή αγορά για την βιομηχανία, με την τιμή παραγωγού να υπολείπεται του ποσού αυτού κατά περίπου 0,20 ευρώ.
Πάνω από το 50% των σπορελαίων στην Ελλάδα προέρχεται από την Ουκρανία
Xαρακτηριστικό της κατάστασης που υφίσταται διεθνώς αυτή τη στιγμή στα σπορέλαια, είναι το γεγονός ότι στην Ισπανία επιβλήθηκε πλαφόν στην αγορά ηλιελαίου, προκειμένου να διατηρηθούν τα αποθέματα.
«Δεδομένων των εξελίξεων που όλοι παρακολουθούμε συμπιέζεται και η κερδοφορία των τυποποιητών. Το γεγονός ότι η Ουκρανία έχει σταματήσει να εξάγει έλαια, έχει προκαλέσει βραχυκύκλωμα στην τροφοδοσία της αγοράς. Θα έχουμε ελλείψεις, καθότι έχει διακοπεί η διάθεση αραβοσιτέλαιου και ηλιελαίου, ενώ μέρος των καταναλωτών στη χώρα μας θα στραφεί και στη λύση του πυρηνελαίου, δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι ελαιοπαραγωγός χώρα».
Σύμφωνα με τη Νίκη Γιαβρόγλου στην Ελλάδα εισέρχεται από την Ουκρανία ποσοστό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50% της εγχώριας κατανάλωσης σπορελαίων, ενώ η συγκεκριμένη χώρα καλύπτει το 82% της ευρωπαϊκής αγοράς.