Η πρώτη εικόνα από Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία και εξωκοινοτικές χώρες, δεν αφήνει καμία αμφιβολία πως οι τιμές παραγωγού δεν δικαιολογείται να υποχωρήσουν δομικά κάτω από τα 5,00 ευρώ, παρά μόνο εφήμερα και συγκεκριμένα κατά τις μέρες μεγάλης ανάγκης μερίδας ετεροεπαγγελματιών και ειδικότερα των μικρών παραγωγών, στα χασομέρια του 2025.
Κάποιες απόπειρες μικροπίεσης σε Ηλεία, Μεσσηνία, Τριφυλία κατά τις τελευταίες μέρες δεν βρήκαν αντίκρισμα, με την αγορά να συντονίζεται σταδιακά στο εύρος 5,00 με 5,20 ευρώ το κιλό για τις τρεις γραμμές, 4,80 με 5,00 ευρώ για έως πέντε γραμμές και από κει και πέρα στο 4,20 με 4,40 για τα οριακά έξτρα. Στην περίπτωση του βιομηχανικού άσσου ακούγεται πολύ το 3,80 με 4,00 ευρώ το κιλό, κατ’ εικόνα του ισπανικού PoolRed.
Από Λακωνία, δεν ακούγονται σημαντικές πράξεις. Στην Κρήτη, μια απ’ τα ίδια. Θα έλεγε κανείς πως αυτό δεν είναι τυχαίο και αυτό διότι μία μερίδα εμπόρων «βροντοφωνάζει» περί ποιότητας, ενώ ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί τι οργανοληπτικά θα παρουσιάσουν οι υπόλοιπες χώρες – παίκτες της αγοράς, ώστε να φανεί τι περιθώριο «πρίμιουμ» θα χτίσουν φέτος τα ντόπια εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα. Διαφαίνεται ωστόσο, μία ονομαστική τιμολόγηση στα 5,30 με 5,50 ευρώ το κιλό.
Στο κρίσιμο κομμάτι της διαθεσιμότητας, η φετινή «αποτυχία» των μηχανισμών εκτίμησης της σοδειάς είναι πασιφανής. Η απόσταση που χωρίζει τους 4 με 4,2 εκατ. τόνους του Μαΐου με τους 2,7 – 2,9 εκατ. τόνους που φαίνεται πως θα διαμορφωθεί η τελική προσφορά είναι «ύποπτα» τεράστια, που δικαιολογημένα οδηγεί σε εκνευρισμό τον απλό αγρότη.
Σε λίγες μέρες αναμένεται η επίσημη καταγραφή του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου περί του φετινού ισοζυγίου και αν επιβεβαιωθεί το σενάριο που θέλει την ονομαστική ελληνική παραγωγή στους … 240.000 τόνους, τότε θα υπάρξουν έντονες και ίσως οργανωμένες αντιδράσεις από μεριάς παραγωγών. Όπως μετέφερε καλός γνώστης των θεμάτων στο Ελαίας Καρπός, όταν τα πρώτα στοιχεία για τα απόβλητα ελαιοπυρήνα στοιχειοθετημένα εναρμονίζονται με την 2023/24, δεν γίνεται η βιομηχανία να βαφτίζει τη χρονιά στα αστικά μέσα ως «μέτρια προς καλή».


























