Όλοι οι ελαιοπαραγωγοί δικαίως είναι πολύ προσεκτικοί στο δάκο της ελιάς, το πρώτο παράσιτο που προκαλεί οικονομική ζημιά στο εθνικό και διεθνές σύστημα ελαιοκαλλιέργειας. Ωστόσο, δεν είναι ο μόνος εντομολογικός εχθρός καθώς στη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου τα μικρότερα φτοφάγα έντομα κερδίζουν έδαφος, με την ικανότητά τους να προκαλούν σημαντικές ποσοτικές και ποιοτικές απώλειες, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Σημαντικές προσβολές από καφέ ασιατική βρωμούσα το φθινόπωρο
Η καφέ ασιατική βρωμούσα είναι παρασιτικό έντομο ιδιαίτερα πολυφάγο, που προκαλεί ζημιά στους ελαιώνες, καθώς τρυπάει τους ιστούς των φύλλων για να τραφεί, με πολύ εξειδικευμένα στοματικά τσιμπήματα. Αυτό το είδος έχει αναγνωριστεί ως σοβαρή απειλή για τις ελιές σε Ελλάδα και Ιταλία, προκαλώντας σοβαρές παραμορφώσεις και βλάβες στους καρπούς.
Η βρωμούσα, όπως και άλλοι φυτοφάγοι εχθροί, τρέφεται με τα φυτικά και αναπαραγωγικά μέρη του φυτού εισάγοντας το στυλεό του στον ιστό και εκκρίνοντας δύο διαφορετικούς τύπους σάλιου: το στερεοποιητικό και το υδαρές. Το στερεοποιητικό σάλιο δημιουργεί ένα σωληνοειδές θηκάριο, γνωστό ως “σάλιο θήκης”, που παραμένει προσκολλημένο στον φυτικό ιστό, ενώ το υδαρές σάλιο περιέχει ένζυμα που διαλύουν τον φυτικό ιστό για να διευκολύνουν την πέψη. Αυτή η διαδικασία τροφοδοσίας προκαλεί σημαντικές αλλοιώσεις τόσο στην επιφάνεια όσο και στο εσωτερικό του καρπού, οδηγώντας σε ουλές, αποχρωματισμούς, παραμορφώσεις και ενίοτε την πρόωρη πτώση των καρπών.
Την περίοδο από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο τα θηλυκά γεννούν 50 έως 150 αυγά σε ομάδες στην κάτω πλευρά του φύλλου. Μόλις γεννηθούν, οι νύμφες έχουν κίτρινο, πορτοκαλί και μαύρο χρώμα. Πριν ενηλικιωθούν, αυτές οι προνύμφες περνούν από πέντε στάδια ανάπτυξης και σε κάθε μία από αυτές τις φάσεις τρέφονται με την ελιά.
Οι πιο σημαντικές προσβολές συγκεντρώνονται την περίοδο του φθινοπώρου, όταν το έντομο δυσκολεύεται να βρει άλλες πηγές τροφής, όπως σταφύλια, αχλάδια, μήλα. Έτσι οι ελιές αποτελούν μια ελκυστική τροφή.
Σε περίπτωση προσβολών, η ελιά, ακόμη μικρή, μειώνει την ικανότητά της να παραμένει προσκολλημένη στο κλαδί και, με ένα ελαφρύ τίναγμα, πέφτει. Επιπλέον, οι βλάβες αποτελούν σημείο εισόδου για μυκητολογικές και βακτηριακές λοιμώξεις.
Το πιο ανησυχητικό είναι η ποιότητα, γιατί σε περίπτωση σημαντικών προσβολών, λαμβάνουμε πιο γλυκά έλαια, με λιγότερο εμφανή φρουτώδη αρώματα και μείωση των αντιοξειδωτικών ουσιών, όπως οι φαινόλες.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει πραγματική αμυντική στρατηγική ικανή να εξασφαλίσει την ελαιοκομική παραγωγή. Η χρήση εντομοκτόνων μερικές φορές δεν δίνει τα επιθυμητά αποτελέσματα επειδή τα στοματικά μέρη του κοριού διεισδύουν βαθιά, επομένως ορισμένα εντομοκτόνα προϊόντα είναι αναποτελεσματικά. Αντίθετα, συστήνεται μια προσεκτική παρακολούθηση με χρήση παγίδων φερομόνης, που εγκαθίστανται στις άκρες του ελαιώνα, για την ανίχνευση της παρουσίας εντόμων στην περιοχή.
Οπές σε μορφή «κρατήρα» προκαλεί ο ρυγχίτης
Ο ρυγχίτης ή αλλιώς μπίμπικας (Rhodocyrtus cribripennis) είναι ένα μικρό καστανόχρωμο σκαθάρι μεγέθους περίπου 0,5 εκ., με χαρακτηριστικό ρύγχος. Το έντομο προκαλεί σημαντικές ζημιές στους καρπούς της ελιάς, κυρίως κατά την περίοδο της καρπόδεσης και μετά. Τα ενήλικα τρέφονται με τους καρπούς οι οποίοι εμφανίζουν χαρακτηριστικές τρύπες μορφής «κρατήρα» στην επιφάνειά τους, με διάμετρο περίπου 0,5mm. Σε ελιές μικρότερου μεγέθους το ράμφος του εντόμου μπορεί να φτάσει μέχρι και τον πυρήνα, οδηγώντας σε καρπόπτωση το φθινόπωρο.
Κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και του Αυγούστου, τα θηλυκά αρχίζουν να ωοτοκούν στο εσωτερικό των καρπών. Προκειμένου να επιτύχουν αυτή τη διαδικασία σκάβουν με τα μασητικά τους στοματικά μέρη έως τον πυρήνα, δημιουργώντας μια μικρή στοά όπου αφήνουν ένα αυγό. Σε περιπτώσεις σοβαρής προσβολής, κάθε καρπός μπορεί να φέρει 2-3 τέτοιες στοές.
Για την εκτίμηση της πυκνότητας του πληθυσμού, ειδικά σε ελαιώνες που παρατηρήθηκαν ζημιές τα δύο προηγούμενα χρόνια, γίνεται τίναγμα των κλάδων πάνω σε λευκό πανί. Eαν πέσουν περισσότερα από τέσσερα άτομα ανά κλάδο με 5 – 7 ετήσιους καρποφόρους κλαδίσκους, να γίνεται επέμβαση αμέσως μετά την ολοκλήρωση της καρπόδεσης.
Φαγώματα σε φύλλα και καρπούς προκαλεί η μαργαρόνια
Η μαργαρόνια (Palpita unionalis ή vitrealis) προκαλεί κυρίως προσβολές στους νεοσχηματισμένους βλαστούς της ελιάς, και η καταπολέμησή της κρίνεται αναγκαία κυρίως σε νεαρούς ελαιώνες κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους.
Η ζημιά προκαλείται κυρίως από τις προνύμφες της τέταρτης γενιάς κυρίως στους νεαρούς βλαστούς . Στα δέντρα εμφανίζονται φαγώματα στα φύλλα στα οποία αρχικά δημιουργούνται κηλίδες όπου έχει παραμείνει μόνο η επιδερμίδα της πάνω επιφάνειας. Στη συνέχεια από τα φύλλα λείπουν ολόκληρα κομμάτια.
Οι προσβολές στους καρπούς δεν είναι πάντα συχνές και γι’ αυτό αυτοί επηρεάζονται λιγότερο, όμως οι προνύμφες των θερινών γενεών εισέρχονται στους πράσινους καρπούς και τρέφονται από τη σάρκα. Μια προνύμφη μπορεί να προσβάλλει περισσότερους από έναν καρπούς. Η ώριμη προνύμφη εξέρχεται από τον καρπό και νυμφώνεται.
Η κατάσταση μπορεί να γίνει πιο σοβαρή σε υπερ-εντατικά συστήματα ελαιώνων, όπου η υψηλή πυκνότητα των νεαρών αναπτυσσόμενων βλαστών προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες για την ταχεία εξάπλωση του πληθυσμού της μαργαρόνιας. Σε αυτές τις συνθήκες, οι απώλειες μπορεί να είναι σημαντικές τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά.
Για την καταπολέμηση του εντόμου βιολογικά, σοβαρή μείωση του πληθυσμού του εντόμου προκαλούν οι φυσικοί εχθροί όπως το ωοφάγο Υμενόπτερο Trichogramma sp. και τα παράσιτα, επίσης Υμενόπτερα Apanteles laevigatys και A. Lacteicolor και το Δίπτερο Ctenophorocera pavida. Όσον αφορά τη χημική καταπολέμηση πρέπει να εφαρμόζεται όταν είναι απαραίτητη και εναντίον των νεαρών προνυμφών.