Για την ώρα, τον Αύγουστο παρατηρείται μια μικροζωντάνια στις τιμές του καλού έξτρα παρθένου, με τους αγοραστές Ιταλούς να φαίνονται πρόθυμοι να πληρώσουν 7,0 με 7,30 ευρώ το κιλό για το έξτρα παρθένο και μέχρι 7,70 ευρώ για τα εξτρίσσιμα της Λακωνίας. Αντίστοιχα στην Ισπανία, το έξτρα παρθένο τιμολογείται στα 6,80 με 7,20 ευρώ το κιλό, το παρθένο πέριξ των 6,5 ευρώ το κιλό και ακολουθεί σε μικρή απόσταση το λαμπάντε στα 6,30 με 6,40 ευρώ.
Αυτό που πρέπει να σημειωθεί ωστόσο είναι πως παρά την γενική ομολογία πως «κάτι πήραν» οι τιμές, δεν ακούγονται στην Ελλάδα πράξεις για βυτίο και πάνω παρά το συμπαθητικό απόθεμα σε Μεσσηνία και Λακωνία (ίσως και 30.000 τόνοι, εκ των οποίων βέβαια αρκετοί πάνε για ιδιοκατανάλωση), κάτι που μπορεί ωστόσο να αλλάξει από βδομάδα, όταν επιστρέψουν όλοι από τις διακοπές τους και οι Ιταλοί αρχίσουν τα τηλέφωνα από Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου.
Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το φύλλο 980 της Agrenda
Φαίνεται λοιπόν -με βάση τις εκτιμήσεις του συντάκτη- πως Ιούνιο και Ιούλιο, αποδεσμεύτηκαν λογιστικά κάτω από 10.000 τόνους ελαιόλαδου, αν και οι τιμές παίζανε στα 7,50 με 8,50 ευρώ το κιλό. Να σημειωθεί εδώ, πως η ισχυρή άνοδος που διατηρήθηκε και τον Ιούνιο, τροφοδοτήθηκε από τις εκπληκτικές επιδόσεις της κατανάλωσης εντός Άνοιξης στην ισπανική και ιταλική αγορά, η οποία όμως έκανε τον κύκλο της και αποτελεί παρελθόν. Αντίστοιχα, η διόρθωση του Ιουλίου προς τα 6,4-6,5 ευρώ το κιλό αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων υπερβολική, με αποτέλεσμα σήμερα να ισορροπεί η αγορά ελαιολάδου γύρω στα 7 με 7,50 ευρώ το κιλό.
Βέβαια, παρά την αισθητή άνοδο των τιμών τις τελευταίες βδομάδες κατά 60 περίπου λεπτά, μοιάζει δύσκολο η αγορά να αγγίξει τις επόμενες 15 μέρες σε μέσους όρους ξανά τα 8 ευρώ, εκτός και αν υπάρξει σημαντική αναθεώρηση προς τα κάτω των ποσοτικών εκτιμήσεων για τη νέα σοδειά σε διεθνές επίπεδο. Η ισπανική βιομηχανία φαίνεται πως έχει κάνει τα κουμάντα της για το επόμενο δίμηνο, διατηρώντας υγιές απόθεμα (152.000 τόνους στις 31 Ιουλίου, με την Olimerca να εκτιμά πως 30 Αυγούστου το απόθεμα των τυποποιητών θα είναι περίπου 140.000 τόνοι. Αυτοί που βρίσκονται σε δύσκολη θέση είναι οι Ιταλοί, οι οποίοι χρειάζεται θεωρητικά να εισάγουν τουλάχιστον 50-60.000 τόνους έξτρα παρθένου ελαιολάδου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου και χονδρικά 100.000 μέχρι τέλος Οκτωβρίου.
Με την παραγωγή της Ισπανίας να υπολογίζεται πως θα ανακάμψει εν μέρη γύρω στους 1,3 εκατ. τόνους, η συζήτηση πλέον ανάβει γύρω από την τιμολόγηση της νέας χρονιάς, καθώς σε λιγότερο από δύο μήνες θα αρχίσουν να δουλεύουν τα ελαιοτριβεία. Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως με εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα ελαιώνων να μπαίνουν κάθε χρόνο σε παραγωγική φάση στα νότια κυρίως της Ισπανίας, το μέγιστο (και εφικτό) δυναμικό της χώρας αγγίζει πλέον τους 2 εκατ. τόνους, από 1,7 με 1,8 εκατ. τόνους που υπολογιζόταν πριν λίγα χρόνια, με αποτέλεσμα η φετινή χρονιά δικαίως να χαρακτηρίζεται ως «πολύ μέτρια», παρά την αισθητή ανάκαμψη.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι τιμές της νέας χρονιάς λογικά θα υποστούν πίεση, το μέγεθος της οποίας θα κριθεί εκ των πραγμάτων από τις όποιες βροχές του Σεπτεμβρίου. Τα νούμερα που δημοσιεύουν κατά καιρούς κρατικοί και ιδιώτες φορείς, βλέπουν μια παγκόσμια παραγωγή στους 2,9 με 3,0 εκατ. τόνους με ετήσια αύξηση στο 20-25%, με 1,3 εκατ. τόνους να αντιστοιχούν στην ισπανική παραγωγή, 275.000 τόνοι στην Τουρκία, 230-250.000 στην Ιταλία και 215-240.000 τόνους στην Ελλάδα. Οι παίκτες που έκλεισαν τα συμβόλαια σε Πορτογαλία και Ισπανία στα 6 με 6,5 ευρώ για παράδοση Νοέμβριο όπως επισήμανε το Agronews πριν λίγο καιρό, ξέρουν καλά τα νούμερα αυτά και βάσει αυτών των εκτιμήσεων υπέγραψαν χαρτιά και δεσμεύτηκαν. Σε περίπτωση δηλαδή που η αγορά γενικότερα και ο Διεθνής Οργανισμός Ελαιοκομίας (IOC) ειδικότερα αναθεωρήσουν προς τα πάνω τις εκτιμήσεις τους μήνα Οκτώβριο προς 3,20-3,30 εκατ. τόνους, θα αλλάξουν πολλά και η συζήτηση θα γίνει υπό νέα βάση.
Εν κατακλείδι, μεγάλη σημασία από Σεπτέμβριο αποκτά και η πάγια πορεία της λιανικής κατανάλωσης. Η «μείωση» της κατανάλωσης στο ελαιόλαδο, είναι μαθηματικά μικρότερη της συρρίκνωσης στην προσφορά, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να εξαντληθούν σχεδόν πλήρως τα στρατηγικά αποθέματα. Με πρόχειρους υπολογισμούς, σε δύο σεζόν η παραγωγή του ελαιολάδου έπεσε 25% και η πραγματική του κατανάλωση 15%, εξού και η συμπίεση των αποθεμάτων σε σχεδόν μηδαμινά επίπεδα, κάτι που είναι λογικό ελέω μικρότερης διαθεσιμότητας (-28% σύμφωνα με την Κομισιόν). Ναι μεν η τιμή στο καρτελάκι παίζει το ρόλο της όταν η νοικοκυρά αποφασίζει τι φυτικό έλαιο θα προμηθευτεί, όμως το ελαιόλαδο την τελευταία διετία βρέθηκε σε λιγότερα ράφια σε διεθνές επίπεδο. Μένει να φανεί πόσο γρήγορα η τιμή στο όποιο ράφι θα ακολουθήσει στις εξελίξεις στο χωράφι, ώστε ο παραγωγός να μην πέσει θύμα πρακτικών που ο ίδιος δεν ελέγχει.
ΥΣ: Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει σχετικό άρθρο του Don José María Penco που αναδημοσίευσε στις 26 Αυγούστου η Mercacei, το οποίο εξηγεί μερικούς λόγους για τους οποίους η τιμή του ελαιολάδου δεν θα υποχωρήσει ραγδαία σε οποιοδήποτε σενάριο προσφοράς την 2024/25.