Η εξάπλωση της Xylella fastidiosa στην Ευρώπη αποτελεί μια ανοιχτή πληγή για την μεσογειακή ελαιοκομία από το 2013, το έτος δηλαδή που πρωτοεμφανίστηκε στην Απουλία της Ιταλίας. Την στιγμή που αρκετές προσπάθειες εξελίσσονται σχετικά με την ανάσχεση της εξάπλωσης του βακτηρίου, και την έρευνα για πιθανές θεραπείες, διεθνής μελέτη ρίχνει φως στην προέλευση του παθογόνου και την αρχική εστία μόλυνσης.
Λίγα πράγματα ήταν γνωστά μέχρι σήμερα για την βιολογική σχέση των γονότυπων του βακτηρίου και των ειδών-ξενιστών· η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Microbial Genomics και διενεργήθηκε από διεθνή ομάδα με επιστημονικό προσωπικό από ΗΠΑ, Ιταλία και Γαλλία, δείχνει ότι μοιραίο για την ανάπτυξη του ιού στην Ευρώπη, ήταν ένα ασυμπτωματικό φυτό καφέ το οποίο εισήχθη στην Ιταλία από την Κεντρική Αμερική το 2008.
Μέχρι τώρα, προηγούμενες μελέτες είχαν συσχετίσει το βακτήριο που σάρωσε τους ιταλικούς ελαιώνες, με ανάλογα παθογόνα που εντοπίστηκαν σε ορισμένες φυτείες της Κεντρικής Αμερικής· ωστόσο δεν είχαν προκύψει αποδείξεις για την γενετική συγγένεια μεταξύ των δύο μικροοργανισμών, και συγκεκριμένα των δειγμάτων που απομονώθηκαν από ελαιόδεντρα της Απουλίας, με τα αντίστοιχα που εντοπίστηκαν σε φυτείες της Μεσοαμερικής.
Η διεθνής έρευνα πραγματοποιήθηκε μεταξύ 2013-2017, διάστημα κατά το οποίο η επιστημονική ομάδα αξιοποίησε ένα νέο πρωτόκολλο για την εξαγωγή του DNA των δέντρων. Στο πλαίσιο αυτό, συλλέχθηκαν δείγματα κλαδιών από 70 ελαιόδεντρα προσβεβλημένα από το βακτήριο, τα οποία στην συνέχεια συγκρίθηκαν άμεσα με ανάλογα δείγματα πικροδάφνης και καφέ από την Κόστα Ρίκα.
Οι αναλύσεις αυτές επιβεβαίωσαν την στενή σχέση των δύο δειγμάτων, ενώ η Ιταλίδα βιολόγος Maria Saponari -η οποία πρωτοεντόπισε το βακτήριο στο Salento το 2013 και είναι μέλος του ερευνητικού γκρουπ- δήλωσε στους Olive Oil Times πως το παθογόνο έχει επεκταθεί γεωγραφικά λόγω της ικανότητάς του να μεταδίδεται μεταξύ διαφορετικών φυτών-ξενιστών· επιπλέον πειράματα που έγιναν προς απόδειξη αυτού, πιστοποίησαν ότι η μόλυνση μπορεί να μεταδοθεί σε ελαιόδεντρα από φυτά καφέ, τα οποία λειτουργούν ως ένας λανθάνων, ασυμπτωματικός φορέας του βακτηρίου Xylella fastidiosa.
Μία τέτοιου τύπου μετάδοση μάλλον ήταν η απαρχή της επιδημίας στον ιταλικό νότο: Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ένα προσβεβλημένο φυτό καφέ, το οποίο μεταφέρθηκε πιθανότατα το 2008 ως καλλωπιστικό φυτό στην Απουλία λειτούργησε ως πρώτη πηγή μόλυνσης. Τέτοιου είδους φυτά τοποθετούνται αρκετές φορές σε εξωτερικό χώρο σε θερμές περιοχές του ιταλικού νότου, κάτι το οποίο ευνόησε την μόλυνση. Επιπλέον, οι πρώτες αναφορές Ιταλών αγροτών για μολυσμένες ελιές χρονολογούνται πίσω στο 2010, κάτι το οποίο ταιριάζει χρονικά με την προηγούμενη υπόθεση, καθώς η επώαση της ασθένειας μπορεί να διαρκέσει πάνω από δύο χρόνια.
Υπενθυμίζεται ότι πλέον, το βακτήριο έχει κάνει την εμφάνισή του και σε ελαιώνες άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Γαλλίας· τα προγράμματα που στοχεύουν στον περιορισμό, την ανάσχεση εξάπλωσης του βακτηρίου αποδίδουν σε αρκετές περιοχές, εντούτοις η έλλειψη θεραπείας συντηρεί τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο για την μεσογειακή ελαιοκαλλιέργεια. Έτσι, προκρίνονται και καινοτόμες λύσεις, όπως ο συνδυασμός γονοτύπων ελιάς για την ανάπτυξη ανθεκτικών ποικιλιών απέναντι στο βακτήριο, που προωθούνται από προγράμματα όπως το Life Resilience.