Όπως αναφέρουν οι γεωπόνοι του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών Ηρακλείου, η προσβολή ξεκινά στα σημεία όπου ο δάκος έχει αφήσει τα αυγά του, καθώς ο παθογόνος μύκητας μεταφέρεται από το παράσιτο του δάκου Prolasioptera berlesiana. Τόσο η παρουσία όσο και η ένταση της ασθένειας εξαρτώνται άμεσα από το βαθμό δακοπροσβολής του ελαιώνα.
Οι προσβολές είναι δευτερογενείς και εκδηλώνονται με δύο μορφές ανάλογα με την εποχή προσβολής και την ωριμότητα των καρπών. Τους θερινούς μήνες και στις αρχές του φθινοπώρου που οι καρποί δεν έχουν ωριμάσει ακόμα προκαλούνται βυθισμένες, φελλώδεις και ξηρές, καστανόχρωμες κηλίδες “ξεροβούλα”. Το φθινόπωρο ή σπανιότερα στις αρχές του χειμώνα όταν οι καρποί είναι ημιώριμοι ή ώριμοι εμφανίζεται ως “ςαποβούλα”, καθολική, μαλακή, καστανόχρωμη σήψη των καρπών οι οποίοι στη συνέχεια αφυδατώνονται και συρρικνώνονται. Και στις δύο περιπτώσεις πάνω στις προσβολές διακρίνονται μαύρα στίγματα που είναι οι καρποφορίες του μύκητα και οι προσβεβλημένοι καρποί πέφτουν πρόωρα. Επομένως, η αποτελεσματική καταπολέμηση του δάκου περιορίζει την εκδήλωση της ασθένειας σε όλη την περίοδο.
Ο υγρός καιρός φέρνει το κυκλοκόνιο
Όσον αφορά το κυκλοκόνιο, η ασθένεια ευνοείται από συνθήκες πολύ υψηλής υγρασίας ή βροχερό καιρό και σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες (16-20οC). Οι μολύνσεις και η εξάπλωση του μύκητα γίνονται με τη βοήθεια του νερού κυρίως το φθινόπωρο και την άνοιξη που οι κλιματολογικές συνθήκες είναι κατάλληλες και λιγότερο το χειμώνα. Κατά την ξηρή και θερμή περίοδο του καλοκαιριού η δράση του μύκητα αναστέλλεται.
Κύριο σύμπτωμα είναι ο σχηματισμός κυκλικών καστανών κηλίδων «μάτια παγωνιού» στην πάνω επιφάνεια των φύλλων. Περισσότερο προσβάλλονται τα παλιότερα φύλλα στα χαμηλότερα μέρη του δέντρου. Όταν ο μύκητας προσβάλει τους μίσχους των ανθέων ή τους ποδίσκους των καρπών παρατηρείται πτώση ανθέων ή καρπόπτωση. Σοβαρές προσβολές εκδηλώνονται με έντονη φυλλόπτωση, εξασθένιση και μείωση της παραγωγής. Ευπαθείς ποικιλίες είναι Θρουμπολιά, Σσουνάτη, Άμφισσας, Καλαμών ενώ η Κορωνέικη (ψιλολιά) παρουσιάζει σχετική αντοχή στην ασθένεια.
Η αντιμετώπιση βασίζεται σε προληπτικό ψεκασμό με χαλκούχα ή άλλα εγκεκριμένα μυκητοκτόνα πριν την έναρξη των βροχών στις περιοχές όπου επικρατούν ευνοϊκές συνθήκες μολύνσεων και στις ευπαθείς ποικιλίες. Απαιτείται προσοχή στην τήρηση του χρόνου ασφαλείας από την επέμβαση έως τη συγκομιδή όπως αναγράφεται στις ετικέτες των φυτοπροστατευτικών. Οι καλλιεργητικοί χειρισμοί που μειώνουν τη σχετική υγρασία στον ελαιώνα και βοηθούν στον καλό αερισμό των δέντρων περιορίζουν επίσης, την ασθένεια. Συστήνεται να αποφεύγεται η εγκατάσταση ελαιώνων σε θέσεις χαμηλές και υγρές στις περιοχές που η ασθένεια ενδημεί.
Πρόωρη φυλλόπτωση και σήψη καρπών προκαλεί η κερκόσπορα
Μυκητολογική ασθένεια που εκδηλώνεται με σοβαρή πρόωρη φυλλόπτωση αποτελεί η κερκόσπορα. Μάλιστα, σε πολλές περιοχές παρατηρήθηκαν την άνοιξη προσβολές μεγάλης έντασης που συνοδεύτηκαν από σημαντική φυλλόπτωση μέσα στο καλοκαίρι.
Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων σχηματίζονται χλωρωτικές ή κίτρινες περιοχές που εξελίσσονται σε ξηράνσεις και τα φύλλα πέφτουν. Παράλληλα στην κάτω επιφάνεια των φύλλων παρουσιάζεται σκούρος μεταχρωματισμός που μοιάζει με καπνιά. Στους άωρους πράσινους καρπούς σχηματίζονται ακανόνιστες καστανές κηλίδες ελαφρά βυθισμένες, ενώ στους ώριμους η συνένωση γειτονικών κηλίδων ανοιχτότερου χρώματος καλύπτει μεγάλο μέρος του καρπού και προκαλείται σήψη.
Σε ελαιώνες προσβεβλημένους και σε ελαιώνες περιοχών με συνθήκες ευνοϊκές για μολύνσεις συστήνεται επέμβαση με εγκεκριμένα μυκητοκτόνα που έχουν ταυτόχρονη δράση κατά του κυκλοκονίου.
Καθόλη τη διάρκεια του έτους οι μολύνσεις από καρκίνωση
Σοβαρή και διαδεδομένη ασθένεια της ελιάς που οφείλεται στο βακτήριο Pseudomonas savastanoi είναι η καρκίνωση. Εκδηλώνεται με σχηματισμό όγκων (καρκινώματα) συνήθως σε κλαδιά και κλάδους σπανιότερα σε βραχίονες, στον κορμό και στα φύλλα. Μολύνσεις συμβαίνουν σε όλη τη διάρκεια του έτους. Ωστόσο κρίσιμοι είναι οι περίοδοι με καιρό βροχερό ή υγρό και ταυτόχρονη ύπαρξη πρόσφατων πληγών ή ρωγμών που είναι τα σημεία εισόδου του παθογόνου, μιας και το βακτήριο διασπείρεται εύκολα παρουσία νερού. Νέες μολύνσεις προκύπτουν μετά από ράβδισμα, κλάδεμα, παγετό, χαλάζι ή δυνατό άνεμο. Όταν προσβάλλονται δέντρα μικρής ηλικίας εξασθενούν γρήγορα και συνήθως ξηραίνονται. Η ποικιλία Κορωνέϊκη είναι πολύ ευαίσθητη στο βακτήριο.
Ως μέτρα αντιμετώπισης, οι ειδικοί προτείνουν στη σύσταση νέου ελαιώνα να επιλέγονται δενδρύλλια απαλλαγμένα από την ασθένεια και να αποφεύγεται η πυκνή φύτευση, καθώς και το ράβδισμα, κλάδεμα ή καθάρισμα των δέντρων με υγρό και βροχερό καιρό. Παράλληλα, όλα τα προσβεβλημένα με όγκους κλαδιά πρέπει να αφαιρούνται, να απομακρύνονται και να καταστρέφονται με ξηρό καιρό και τα εργαλεία κλαδέματος απολυμαίνονται συνεχώς στη διάρκεια της εργασίας. Συστήνονται προληπτικοί ψεκασμοί με εγκεκριμένα χαλκούχα σκευάσματα αμέσως μετά τη συγκομιδή, το κλάδεμα, ισχυρό παγετό ή χαλάζι, γενικώς μετά από κάθε περίπτωση δημιουργίας πληγών όταν ακολουθεί βροχερός καιρός.
Δείτε αναλυτικά τη Γεωργική Προειδοποίηση εδώ.