Κι όµως η επιχείρηση της οικογένειας Bläuel προχώρησε µεθοδικά και σήµερα παράγει µία σειρά βιολογικών προϊόντων µε βάση την ελιά και το ελαιόλαδο, που εξάγονται σε όλο τον κόσµο.
Όλα ξεκινούν στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, όταν ο Αυστριακός Φριτς Bläuel καταγόµενος από οικογένεια ξενοδόχων στη Βιέννη, έφθασε στη Μάνη. Η ανάγκη της επιβίωσης τον οδήγησε στο λιοµάζωµα και το λιοτρίβι. Η διαδικασία αυτή σε συνδυασµό µε το γαστρονοµικό υπόβαθρο της οικογένειας δεν µπορούσαν να µην τον επηρεάσουν και σταδιακά άρχισε να διακινεί µικρές ποσότητες ελαιολάδου προς την Αυστρία. Βασικό ρόλο στην ανάπτυξη της εταιρείας και του δικτύου συνεργατών της είχε η σύζυγός του Μπούργκι, την οποία παντρεύτηκε το 1983. Σηµαντική πάντως ήταν και η υποστήριξη των Μανιατών, που παρά την αρχική επιφυλακτικότητα «αγκάλιασαν» τις προσπάθειες. «Ενώ οι νέοι της Μάνης είχαν αρχίσει να φεύγουν, ο Φριτς ήρθε» τονίζει ο γιος του Φέλιξ.
Το πρώτο πιστοποιητικό βιολογικής καλλιέργειας
Οι προσπάθειες του Φριτς και της Μπούργκι ξεκίνησαν από το Νεοχώρι Λεύκτρου, αρχικά σε ένα υπόγειο και στη συνέχεια σε ένα παλιό καφενείο, όπου έγιναν και τα πρώτα βήµατα τυποποίησης.
Από το 1986 άρχισαν να µελετούν τη βιολογική ελαιοπαραγωγή και συγκέντρωσαν την πρώτη οµάδα βιολογικών παραγωγών στη Μάνη. Στις αρχές του 1990 εξασφάλισαν το πρώτο διεθνές πιστοποιητικό βιολογικής καλλιέργειας, µε αποτέλεσµα την παραγωγή του πρώτου βιολογικού ελαιολάδου στην Ελλάδα. Το 2014 στα προϊόντα ελιάς της εταιρείας απονεµήθηκε πιστοποίηση Naturland Fair, που αντιπροσωπεύει ένα σύστηµα βιώσιµων µεθόδων παραγωγής και εµπορίου που βασίζονται σε τρεις αρχές: «βιολογικά, κοινωνικά και δίκαια». Σηµειώνεται ότι από το 1992 η δραστηριότητα µεταφέρθηκε σε ιδιόκτητη µονάδα στον Πύργο Λεύκτρου. Η βελτίωση των εγκαταστάσεων οδήγησε και σε νέες αγορές, µε την εταιρεία να εξάγει σήµερα στη γερµανόφωνη Ευρώπη (Γερµανία, Αυστρία, Ελβετία), αλλά και σε Ολλανδία, ∆ανία, Αγγλία, ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Κουβέιτ κ.α.
Επέκταση
Από το Νοέµβριο του 2021 ξεκίνησε µια µεγάλη επέκταση του εργοστασίου Bläuel, που θα ολοκληρωθεί στα µέσα του 2023. Πρόκειται για νέο κτίριο, 2.780 τ.µ., που θα φιλοξενήσει νέες παραγωγικές γραµµές και εξοπλισµό τα οποία θα αυξήσουν τις παραγωγικές δυνατότητες. Η ποιότητα καθώς και η αισθητική των χώρων εργασίας θα βελτιωθούν, δηµιουργώντας ένα ευχάριστο, µοντέρνο, λειτουργικό περιβάλλον. Σηµειώνεται ότι η επιχείρηση απασχολεί σε µόνιµη βάση περισσότερους από 50 εργαζόµενους.