Όπως αναφέρει στο Ελαίας Καρπός ο γενικός διευθυντής του Συνεταιρισμού, Στρατής Σλουμάτης, «εξετάζουμε εάν αυτό το ελαιόλαδο που θα παρουσιάσουμε στην αγορά θα είναι παρθένο ή εξαιρετικό παρθένο και θα προκύψει από την πρόσμιξη με βότανα ή και με χυμούς από φρούτα σε πολύ περιορισμένες ποσότητες. Αυτή θα είναι η πρώτη μας προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση».
Θα θυμίσουμε ότι η συνεργασία του Συνεταιρισμού με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ξεκίνησε προκειμένου να διαπιστωθούν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και να προκύψει ένα νέο προϊόν στην αγορά. Αυτό που έχει εξαχθεί μέχρι στιγμής ως συμπέρασμα σύμφωνα με τον κύριο Σλουμάτη σε σχέση με τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ελαιολάδου της περιοχής, είναι ότι παρουσιάζει υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες, οι οποίες είναι κατά περίπου 10% αυξημένες σε σύγκριση με τα κοινά ελαιόλαδα. Στόχος της συγκεκριμένης σύμπραξης με το Πανεπιστήμιο, είναι να διαφανεί με ποιον τρόπο τα βότανα μπορούν να βελτιώσουν τη γεύση του προϊόντος, καθώς και ποια βότανα θα προσφέρουν την καλύτερη δυνατή πρόσμιξη, συνδυάζοντας γεύση και ποιότητα. Ο Συνεταιρισμός κυκλοφορεί στην αγορά το ελαιόλαδο με την ετικέτα «Ελαιόλαδο Στύψης».
Μειωμένες οι ποσότητες ελαιοκάρπου λόγω καιρικών συνθηκών
Κατά τη φετινή χρονιά η παραγωγή ελαιοκάρπου ήταν περιορισμένη λόγω των καιρικών συνθηκών που επηρέασαν την καρπόδεση, ενώ επηρέασε και η ανομβρία κατά την περίοδο του φθινοπώρου με τις πρώτες γιορτές να καταγράφονται στις 17 Νοεμβρίου. Το γεγονός αυτό σύμφωνα με τον κύριο Σλουμάτη υποβάθμισε παραιτέρω τις παραγόμενες ποσότητες. Κατά μέσο όρο η παραγωγή σε μία φυσιολογική χρονιά ανέρχεται συνολικά σε 250 τόνους ελαιολάδου που κατανέμεται σε έξτρα παρθένο, παρθένο και σε βιομηχανικο ελαιόλαδο (λαμπάντε). Φέτος η συνολική παραγωγή θα αγγίξει περίπου τους 120 τόνους. Ο Συνεταιρισμός Στύψης αριθμεί συνολικά 400 μέλη, ενώ αυτή την περίοδο πραγματοποιούνται διεργασίες για την προσθήκη και νέων μελών. Η συλλογή της ελιάς γίνεται από το βόρειο και κεντρικό τμήμα της Λέσβου, από περιοχές όπως η Στύψη, η Πέτρα, το Υψηλομέτωπο, η Λαφιώνα, και η Καλλονή.
Τα παραγόμενα προϊόντα διατίθενται εκτός από την Ελλάδα και στην Ευρώπη, σε χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Γαλλία, η Κύπρος, η Τσεχία καθώς και μικρότερες ποσότητες στην Αυστραλία. Οι πωλήσεις του μοιράζονται κατά το 50% στην Ελλάδα και κατά το υπόλοιπο 50% στο εξωτερικό.