Τελευταίο παράδειγµα αποτέλεσε η αυστηρή απαγόρευση εξαγωγών χύµα ελαιολάδου από τον περασµένο Αύγουστο, που πριν 10 µέρες χαλάρωσε και επιτρέπει πλέον εξαγωγή 50.000 τόνων ελαιολάδου (µε ποσόστωση 10.000 τόνων µηνιαίως) έως τέλη Νοεµβρίου.
Η όλη παρέµβαση των υπουργείων Γεωργίας και Εµπορίου δικαιολογήθηκε ως µία προσπάθεια συγκράτησης των λιανικών τιµών για τους τούρκους καταναλωτές, αγνοώντας τη ζηµιά για τους παραγωγούς ελαιολάδου. Εν τέλει και οι τιµές στο ράφι δε µειώθηκαν, αντιθέτως διπλασιάστηκαν, ενώ χάθηκαν ονοµαστικά 350-400 εκατ. ευρώ σε προστιθέµενη αξία για την τουρκική οικονοµία.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι πως τα τουρκικά αποθέµατα θα µπορούσαν να είχαν αξιοποιηθεί µέσα στη σεζόν από τις ισπανικές και ιταλικές ραφιναρίες, ρίχνοντας κάπως τις τιµές, δεδοµένης και της οριακής στάθµης των αποθεµάτων. Τελικά, την χασούρα των τούρκων παραγωγών και εξαγωγέων την καρπώθηκαν φέτος όλα τα υπόλοιπα µέρη της αλυσίδας αξίας του ελαιολάδου στη Μεσόγειο.
Η αγοραστική δύναµη σε όρους… λίτρου
Ενδεικτικά, ο µέσος µισθός στην Τουρκία το 2024 διαµορφώνεται σε 27.680 τούρκικες λίρες -σύµφωνα µε το Prosfy της Κοµισιόν, όταν ένα λίτρο ραφινέ ελαιόλαδο κοστίζει κατά µέσο όρο 400 λίρες και ένα λίτρο έξτρα παρθένο 750 λίρες, σύµφωνα µε στοιχεία του Μαΐου. Με άλλα λόγια, ένας µέσος µισθός στη γείτονα χώρα σου δίνει την αγοραστική δύναµη 28 λίτρων έξτρα παρθένου και 50 λίτρων ραφινέ ελαιολάδου.
Αντίστοιχα στην Ελλάδα, µε τιµές-προσφορά στα ράφια της λιανικής 11 ευρώ το λίτρο για το έξτρα παρθένο και µέσο µισθό στα 1.277 ευρώ, ο Έλληνας καταναλωτής «απολαµβάνει» αγοραστική δύναµη 116 λίτρων έξτρα παρθένο το µήνα, δηλαδή µπορεί να προµηθευτεί 4 φορές περισσότερο έξτρα παρθένο σε σχέση µε τον µέσο Τούρκο καταναλωτή. Αν απ’ την άλλη µπει στη σύγκριση το ελληνικό ραφινέ (που στην Ελλάδα βγαίνει…οριακά φθηνότερο) στα 10 ευρώ, τότε στην περίπτωση αυτή ο Έλληνας καταναλωτής έχει περίπου 2 φορές µεγαλύτερη αγοραστική αξία από τον µέσο Τούρκο.
Έµειναν στις δεξαµενές τα τούρκικα λάδια
Τουλάχιστον σε ότι αφορά το ελαιόλαδο, η παρεµβατική πολιτική αποδείχθηκε 100% ζηµιογόνα µε µόνο κερδισµένο το τουρκικό εµπόριο που τιµολογούσε το ελαιόλαδο όπως ήθελε στη λιανική. Σαν άρχιζε η εµπορική περίοδος 2023/24, η Τουρκία κουβαλούσε απόθεµα 150.000 τόνων από την βεντέµα 420.000 τόνων της 2022/23, ενώ σύµφωνα µε τις επίσηµες εκτιµήσεις του Τουρκικού Συµβουλίου Ελιάς και Ελαιολάδου (UZZK) την φετινή σεζόν παρήχθησαν µόλις 180.000 τόνοι ελαιόλαδο. Αν τα αποθέµατα της 2022/23 και η παραγωγή της 2023/24 αθροιστούν, βγάζουν 300.000 τόνους διαθέσιµες ποσότητες. Σύµφωνα τώρα µε τις εκτιµήσεις της Ένωσης Εξαγωγέων Ελαιολάδου, πλέον υπάρχουν περίπου 200.000 τόνοι απόθεµα. Ουσιαστικά δηλαδή, µία χώρα 85 εκατ. κατοίκων, κατανάλωσε µέσα σε 8,5 µήνες το πολύ 100.000 τόνους ελαιόλαδο, δηλαδή ο µέσος τούρκος κατανάλωσε 850 ml ελαιολάδου. Με µία αναγωγή στους 12 µήνες της χρονιάς, βγάζουµε 1,2 λίτρα το χρόνο. Αντίστοιχα στην Ελλάδα η Κοµισιόν υπολογίζει πως καταναλώνουµε 12-13 λίτρα ελαιόλαδο ετησίως, δηλαδή 10 φορές πάνω από τους γείτονες. Τα νούµερα αυτά δεν προσµετρούν την παραγωγή από την κατεχόµενη από τους Τούρκους συριακή επαρχία του Αφρίν.
Πιέσεις για πλήρη απελευθέρωση των εξαγωγών λαµπάντε
Με εξαίρεση µικρές παρτίδες έξτρα που έχουν ήδη συσκευαστεί και εξάγονται κανονικά, σχεδόν το σύνολο των τουρκικών αποθεµάτων είναι λαµπάντε. Μετά την κακή περσινή χρονιά, η Τουρκία διαρρέει πως περιµένει 350-400.000 τόνους σοδειά την επόµενη χρονιά, µε αποτέλεσµα οι παραγωγοί και οι εξαγωγείς να ζητούν «εδώ και τώρα» πλήρη απελευθέρωση των εξαγωγών, ώστε να ξεφορτωθούν τα υποβαθµισµένα ελαιόλαδα όσο-όσο.
Να σηµειωθεί πως οι εξαγωγές της Τουρκίας έπεσαν από 150.000 τόνους στους 50.000 τόνους την 2023/24. Σύµφωνα µε επιστολή 20 Ενώσεων του ελαιοκοµικού τοµέα της χώρας, η χώρα έχασε περίπου 400 εκατ. ευρώ σε αξία εξαγωγών, ενώ ο διπλασιασµός της τιµής του ραφινέ (200->400 λίρες) έφερε µείωση της κατανάλωσης αντί για αύξηση.
YΣ: Τα νούμερα όμως δε βγαίνουν διότι…εξήχθησαν και 50.000 τόνοι λένε από την Τουρκία. Μάλλον λοιπόν, δεν είναι και πολύ ειλικρινείς οι γείτονες, ούτε για τα αποθέματά τους, ούτε για τη σοδειά τους. Χώρια που σε όλα τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα που εξάγουν οι γείτονες, κάνουν ανταγωνισμό τιμής και χρησιμοποιούν πολλές φορές απαγορευμένες εισροές. Όταν λοιπόν “σου χει βγει το όνομα”, κανείς δεν ξέρει αν αυτό που στέλνεις για εξαγωγή είναι περσινό ή προπέρσινο (με οξύτητες >2,5%) με οριακά οργανοληπτικά ελαττώματα, γιατί οι Ισπανοί να είναι εύκολοι αγοραστές και να στο πάρουν 7 ευρώ; Αν μπορούν θα στο πάρουν 5-6 ευρώ και πολύ καλά θα κάνουν. Άλλωστε οι Τούρκοι βρίσκονται σε μεγαλύτερη ανάγκη. Όχι μόνο δηλαδή οι Τούρκοι δεν έφαγαν φθηνό λάδι αλλά…θα τους μείνει και για γράσο.