Να σημειωθεί πως μιλάμε για την τρίτη μεγαλύτερη αγορά καταναλωτών ελαιολάδου στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία, η οποία καταναλώνει ήδη περίπου 390.000 τόνους ετησίως και παράγει μόνο 15.000 τόνους — το 3,8% των αναγκών της — με την Καλιφόρνια να είναι η μόνη ελαιοπαραγωγική Πολιτεία.
Η πολιτιστική αλλαγή ήταν ήδη σε εξέλιξη —περισσότερη μεσογειακή κουζίνα στο σπίτι, μεγαλύτερη έμφαση στην καρδιομεταβολική υγεία, περισσότερα προϊόντα με καθαρή ετικέτα— όμως τώρα το ελαιόλαδο λαμβάνει θεσμική ώθηση. Εάν αυτός ο λόγος μεταφραστεί σε κίνητρα, εκστρατείες και μεταρρυθμίσεις στον κλάδο της εστίασης και των τροφίμων, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προκαλέσουν το μεγαλύτερο άλμα στη ζήτηση στην ιστορία του κλάδου και, για πρώτη φορά, να γίνουν ο μεγαλύτερος καταναλωτής ελαιολάδου στον κόσμο.
Το ερώτημα δεν είναι αν η αμερικανική κατανάλωση θα αυξηθεί, αλλά κατά πόσο και με ποιο ρυθμό. Με 330 εκατομμύρια κατοίκους και σταθερή αγοραστική δύναμη, το δυναμικό είναι τεράστιο.
Η τρέχουσα δομή της βορειοαμερικανικής αγοράς αποκαλύπτει μια αυξανόμενη εξάρτηση από τις εισαγωγές: στο τρέχον σενάριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αγοράσουν περίπου 375.000 τόνους ελαιολάδου από το εξωτερικό για να καλύψουν την εγχώρια ζήτηση. Εάν η κατανάλωση ανερχόταν σε 750.000 τόνους, το έλλειμμα των εισαγωγών θα διευρυνόταν σημαντικά, υπερβαίνοντας τους 735.000 τόνους, ένα ποσοστό που θα εδραίωνε τη χώρα ως τον κορυφαίο εισαγωγέα αυτού του προϊόντος στον κόσμο.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιταχύνουν τις εισαγωγές σε 750.000 τόνους, το εμπόριο θα μπορούσε να εξελιχθεί ως εξής:
- Ισπανία: από 145.000 τόνους σε 250.000 τόνους (+70%).
- Ιταλία: από 90.000 τόνους σε 130.000 τόνους.
- Ελλάδα: από 30.000 τόνους σε 50.000 τόνους.
- Πορτογαλία: από 15.000 τόνους σε 25.000 τόνους.
Η παρενέργεια αυτής της αυξημένης ζήτησης θα ήταν η ανοδική πίεση στις διεθνείς τιμές, ειδικά σε χρόνια χαμηλής παραγωγής εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αγορά θα τείνει έτσι να διατηρήσει υψηλές τιμές παραγωγού, ωθούμενη από την ισχυρή αμερικανική ζήτηση και τον ανταγωνισμό για την προσφορά.
Με πληροφορίες από teatronaturale.it


























